Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἔμετος

См. также в других словарях:

  • εμετός — εμετός, ο και μετός, ο και μετό, το 1. η εξαγωγή του περιεχομένου του στομαχιού από το στόμα, ξέρασμα, ξερατό. 2. η τάση για εμετό, ναυτία, αναγούλα. 3. μτφ., αίσθημα αηδίας από κακόγουστες εξυπνάδες: Μου ρχεται εμετός από τις σαχλαμάρες του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐμετός — vomited masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔμετος — vomiting masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εμετός — Ακούσια βίαιη κένωση του περιεχομένου του στομάχου, που περνά από τον οισοφάγο και τη στοματική κοιλότητα και προκαλείται από διάφορες αιτίες. Ο ε. δεν είναι νόσημα αλλά σύμπτωμα συχνό σε ορισμένα νοσήματα που διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Ο… …   Dictionary of Greek

  • ἐμετῶν — ἐμετός vomited fem gen pl ἐμετός vomited masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμετόν — ἐμετός vomited masc acc sg ἐμετός vomited neut nom/voc/acc sg μέτειμι 1 sum pres part act masc voc sg μέτειμι 1 sum pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμετοῖς — ἐμετός vomited masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμετούς — ἐμετός vomited masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμέτοις — ἔμετος vomiting masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμέτοισι — ἔμετος vomiting masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμέτοισιν — ἔμετος vomiting masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»