Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἔκδημος

См. также в других словарях:

  • ἔκδημος — away from home masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έκδημος — η, ο (AM ἔκδημος, ον) αυτός που βρίσκεται έξω από τον δήμο, τη χώρα, απόδημος μσν. αυτός που βρίσκεται σε έκσταση, ο εκτός εαυτού αρχ. (για ενέργεια ή κατάσταση) αυτός που γίνεται σε ξένη χώρα ή εναντίον ξένης χώρας …   Dictionary of Greek

  • ἔκδημον — ἔκδημος away from home masc/fem acc sg ἔκδημος away from home neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδήμοις — ἔκδημος away from home masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδήμου — ἔκδημος away from home masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδήμους — ἔκδημος away from home masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδήμων — ἔκδημος away from home masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκδήμῳ — ἔκδημος away from home masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκδημα — ἔκδημος away from home neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκδημοι — ἔκδημος away from home masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ЭКДЕМ —    • Ecdēmus,           Έκδημος, и его друг Демофан, два знатных гражданина из Мегалополя, которые, будучи учениками академика Аркесилая, старались применить философию к практической жизни и к государству. Из Мегаполя они изгнали тирана… …   Реальный словарь классических древностей

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»