-
1 ἐπιμένω
A stay on, tarry, abs., Il.19.142, Od.17.277; ἐπιμεῖναι ἐςαὔριον 11.351
; ἄγε νῦν ἐπίμεινον, Ἀρήϊα τεύχεα δύω do you wait, and I will put on my armour, Il.6.340; alsoἐ. ἐνὶ μεγάροισιν.. ὄφρα.. Od. 4.587
;ἐ. ἵνα.. h.Cer. 160
, Ar.Nu. 196; soἐ. ἐς τε.. X.An.5.5.2
: after Hom., remain in a place,ἐ. ἐν τῇ πόλει And.1.75
, etc.; ἐπί τῇστρατιᾷ X.An.7.2.1
.2. abs., remain in place, continue as they are, of things, Th.4.4, Pl.Phd. 80c, X.Cyn.6.4; keep one's seat, of a horseman, Id.Cyr.1.4.8; stay behind in a place, Str.10.2.24.3. continue in a pursuit, ἐπὶ τῇ ζητήσει, ἐπὶ λόγῳ, Pl.La. 194a, Tht. 179e; ἐπὶ τοῖςδοξαζομένοις Id.R. 490b
;ἐπὶ τοῦ κακουργήματος D.24.86
;ἐπὶ τῆς πολιορκίας Plb.1.77.1
; c.dat., persist in,τῇ ἀπονοία PTeb.424.4
(iii A.D.); continue treatment, ἐ.βοηθήματι Herod.[voice] Med.in Rh.Mus.58.83; cleave to,μιᾷ γυναικί PSI3.158.26
(iii A.D.): also c. part., ἐ. ἐπὶ τῶν ἵππωνὀρθὸς ἑστηκώς Pl.Men. 93d
, cf.Ev.Jo.8.7; spend time over,ὑποδείγμασι A.D.Synt.166.14
.4. abide by, ταῖς σπονδαῖς dub. l. in X.HG.3.4.6.5. endure,τοῖς συμβεβηκόσι Sor.1.3
.II. c. acc., await, be in store for, (lyr.), v.l.in Id.Ph. 223 (lyr.), cf. Pl.R. 361d: c. [tense] aor. inf.,ἐ. τι τελεσθῆναι Th.3.2
; μὴ 'πιμεῖναι τοὐμὸν ὀξῦναι στόμα not to wait so as to.., S.Tr. 1176: c. [tense] fut. inf., Th.3.26.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιμένω
См. также в других словарях:
ποινή — Στο νεότερο ποινικό δίκαιο, π. είναι η στέρηση ή η μείωση ενός έννομου αγαθού, την οποία επιβάλλει το κράτος, με δικαστική απόφαση, σε ένα άτομο, επειδή διέπραξε ένα αδίκημα για το οποίο ο νόμος προβλέπει την επιβολή αυτής της στέρησης. Το πρώτο… … Dictionary of Greek
παραγραφή — Απόσβεση αξίωσης που απορρέει από έννομο δικαίωμα ή από λειτούργημα ή καθήκον, όταν η αξίωση αυτή από αδράνεια του δικαιούχου ή του αρμόδιου λειτουργού δεν έχει ασκηθεί για ορισμένο χρονικό διάστημα. Σε όλες τις περιπτώσεις, δικαιολογητικός λόγος … Dictionary of Greek