-
1 ἐπι-τεύχω
ἐπι-τεύχω, dazu verfertigen, in tmesi Pind. Ol. 8, 32.
-
2 τεύχω
aI constr<*>ctτεῦξαν δ' ἀπύροις ἱεροῖς ἄλσος ἐν ἀκροπόλει O. 7.48
II fashion, compose ὁπόταν προοιμίων ἀμβολὰς τεύχῃς ἐλελιζομένα (sc. ὦ φόρμιγξ) P. 1.4παρθένος αὐλῶν τεῦχε πάμφωνον μέλος P. 12.19
ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας I. 1.14
III fashion, provideΧάρις δ' ἅπερ ἅπαντα τεύχει τὰ μείλιχα θνατοῖς O. 1.30
ξείνἰ ἁρμόζοντα τεύχων P. 4.129
“ καὶ ὡς τάχος ὀτρύνει με τεύχειν ναὶ πομπάν” P. 4.164εἴη μιν ἔρνεσι φράξαι χεῖρα, τιμὰν ἑπταπύλοις Θήβαισι τεύχοντ I. 1.67
ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Κρόνου παῖς Pae. 6.132
θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. -
3 ἐπιτεύχω
-
4 προσεπιτεύξει
πρός, ἐπί-τεύχωmake ready: aor subj act 3rd sg (epic)πρός, ἐπί-τεύχωmake ready: fut ind mid 2nd sgπρός, ἐπί-τεύχωmake ready: fut ind act 3rd sgπρόσ-ἐπιτυγχάνωhit the mark: fut ind mid 2nd sg -
5 επιτεύξησθε
ἐπί-τεύχωmake ready: aor subj mid 2nd plἐπί-τεύχωmake ready: aor subj act 2nd pl (epic) -
6 ἐπιτεύξησθε
ἐπί-τεύχωmake ready: aor subj mid 2nd plἐπί-τεύχωmake ready: aor subj act 2nd pl (epic) -
7 επιτευξώμεθα
-
8 ἐπιτευξώμεθα
-
9 επιτεύξαιντο
-
10 ἐπιτεύξαιντο
-
11 επιτεύξασθαι
-
12 ἐπιτεύξασθαι
-
13 επιτεύξειεν
-
14 ἐπιτεύξειεν
-
15 επιτεύξειν
-
16 ἐπιτεύξειν
-
17 επιτεύξηται
-
18 ἐπιτεύξηται
-
19 επιτεύξοιμι
-
20 ἐπιτεύξοιμι
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἐπιτεύξησθε — ἐπί τεύχω make ready aor subj mid 2nd pl ἐπί τεύχω make ready aor subj act 2nd pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτευξώμεθα — ἐπί τεύχω make ready aor subj mid 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξαιντο — ἐπί τεύχω make ready aor opt mid 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξασθαι — ἐπί τεύχω make ready aor inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξειεν — ἐπί τεύχω make ready aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξειν — ἐπί τεύχω make ready fut inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξηται — ἐπί τεύχω make ready aor subj mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξοιμι — ἐπί τεύχω make ready fut opt act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτεύξωνται — ἐπί τεύχω make ready aor subj mid 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιτυχθῇ — ἐπί τεύχω make ready aor subj pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεπιτεύξει — πρός , ἐπί τεύχω make ready aor subj act 3rd sg (epic) πρός , ἐπί τεύχω make ready fut ind mid 2nd sg πρός , ἐπί τεύχω make ready fut ind act 3rd sg πρόσ ἐπιτυγχάνω hit the mark fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)