-
1 επιτεύξοιμι
-
2 ἐπιτεύξοιμι
См. также в других словарях:
ἐπιτεύξοιμι — ἐπί τεύχω make ready fut opt act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 επιτεύξοιμι
2 ἐπιτεύξοιμι
ἐπιτεύξοιμι — ἐπί τεύχω make ready fut opt act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)