Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐπι-σῡρίζω

См. также в других словарях:

  • ἐπεσύριζε — ἐπεσύ̱ριζε , ἐπί συρίζω Bis Acc. imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεσύρισε — ἐπεσύ̱ρισε , ἐπί συρίζω Bis Acc. aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεσύρισεν — ἐπεσύ̱ρισεν , ἐπί συρίζω Bis Acc. aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυριττέτω — ἐπισῡριττέτω , ἐπί συρίζω Bis Acc. pres imperat act 3rd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυρίττοντας — ἐπισῡρίττοντας , ἐπί συρίζω Bis Acc. pres part act masc acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επισίζω — ἐπισίζω και ἐπισίττω (Α) προτρέπω σκυλί να ορμήσει. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + σίζω «συρίζω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»