Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἐπι-κυδής

См. также в других словарях:

  • περικυδής — ές, Α αυτός που έχει αποκτήσει μεγάλη φήμη, διάσημος, περίφημος. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κυδής (< κῦδος), πρβλ. επι κυδής] …   Dictionary of Greek

  • φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»