-
1 επιδείξει
ἐπίδειξιςshowing forth: fem nom /voc /acc dual (attic epic)ἐπιδείξεϊ, ἐπίδειξιςshowing forth: fem dat sg (epic)ἐπίδειξιςshowing forth: fem dat sg (attic ionic)ἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: aor subj act 3rd sg (epic)ἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: fut ind mid 2nd sgἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: fut ind act 3rd sg -
2 ἐπιδείξει
ἐπίδειξιςshowing forth: fem nom /voc /acc dual (attic epic)ἐπιδείξεϊ, ἐπίδειξιςshowing forth: fem dat sg (epic)ἐπίδειξιςshowing forth: fem dat sg (attic ionic)ἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: aor subj act 3rd sg (epic)ἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: fut ind mid 2nd sgἐπιδείκνυμιexhibit as a specimen: fut ind act 3rd sg -
3 καινός
A new, fresh,ἔργα οὔτ' ὦν κ. οὔτε παλαιά Hdt.9.26
;κ. ὁμιλία A.Eu. 406
; κ. λόγους φέρειν to bring news, Id.Ch. 659; τίδ' ἐστὶ κ.; S.OC 722, cf.Ph.52;τὰ κ. τοῖς πάλαι τεκμαίρεται Id.OT 916
; ; ἢ βούλεσθε περιιόντες πυνθάνεσθαι, "λέγεταί τι κ.;" D.4.10; γένοιτ' ἄν τι -ότερον ἤ.. ibid.; ἐκ καινῆς (sc. ἀρχῆς) anew, afresh, Th.3.92, Thphr.CP5.1.11, Jahresh.23 Beibl.91 (Pamphyl., i A. D.), etc. (also (iii A. D.)); esp. of new dramas,τραγῳδῶν γιγνομένων καινῶν Aeschin.3.34
; briefly τραγῳδοῖς κ. at the representation of the new tragedies, Docum. ap. D. 18.54; τραγῳδῶν τῇ κ. [ ἐπιδείξει] ib.55; καινῇ κωμῳδῶν, τραγῳδῶν, CIG 2759iii ([place name] Aphrodisias); but κ. κωμῳδία, τραγῳδία, of a new style of drama, IG7.1773 (Thebes, ii A.D.).2 newly-made, κύλικες, τριήρης, ὀθόνια, οἶνος, SIG1026.26 (Cos, iv/iii B. C.), IG22.1623.289, PLond.2.402v12 (ii B. C.), Ostr.1142.4 (iii A. D.).3 Adv. - νῶς newly, afresh, Alex.240.4.II newly-invented, novel,καινότεραι τέχναι Batr.116
;κ. προσφέρειν σοφά E.Med. 298
;ἔνθα τι κ. ἐλέχθη Philox.3.23
;οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά, καινὰ γὰρ ἀμὰ κρείσσω Tim.Fr.21
; κ. θεοί strange gods, Pl.Euthphr.3b;κ. δαιμόνια Id.Ap. 24c
;κ. τινες σοφισταί Id.Euthd. 271b
;κ. καὶ ἄτοπα ὀνόματα Id.R. 405d
; καινὰ ἐπιμηχανᾶσθαι innovations, X.Cyr.8.8.16; οὐδὲν -ότερον εἰσέφερε τῶν ἄλλων he introduced as little of anything new as others, Id.Mem.1.1.3, cf. Pl.Phd. 115b;πεπόνθαμεν -ότατον D.35.26
; τὸ κ. τοῦ πολέμου prob. f.l. for κενόν (v. κενός), Th.3.30; οὐ καινόν nothing to be surprised at, Hp.Int.17; τὸ -ότατον what is strangest, parenthetically, Luc.Nigr.22, al.; . Adv., μὴ σὺ -νῶς μοι λάλει in new, strange style, Alex.144, cf. Pl.Phdr. 267b: [comp] Comp.-οτέρως, νοῆσαι περί τινος Arist.Cael. 308b31
; without precedent,- νῶς κατακριθῆναι OGI669.46
,49 (Egypt, i A. D.).III κ. ἄνθρωπος, = Lat. novus homo, Plu.Cat.Ma.1; πράγματακ., = res novae, Id.Cic.14, cf. 2.212c.
См. также в других словарях:
ἐπιδείξει — ἐπίδειξις showing forth fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐπιδείξεϊ , ἐπίδειξις showing forth fem dat sg (epic) ἐπίδειξις showing forth fem dat sg (attic ionic) ἐπιδείκνυμι exhibit as a specimen aor subj act 3rd sg (epic) ἐπιδείκνυμι exhibit as a … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Ξαρχάκος, Σταύρος — (Αθήνα, 1939 –). Μουσικοσυνθέτης. Σπούδασε σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας στο Ωδείο Αθηνών, καθώς και στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Έκανε το ντεμπούτο του στη δισκογραφία το 1963 με τη μουσική της ταινίας Τα κόκκινα φανάρια συνεργαζόμενος με… … Dictionary of Greek
Παπαδάκη, Σοφία (Μαυροειδή) — (Φουρνή Κρήτης 1905 – Αθήνα 1977). Ποιήτρια και πεζογράφος. Τελείωσε το διδασκαλείο Ηρακλείου και υπηρέτησε τρία χρόνια στη δημοτική εκπαίδευση. Φοίτησε έπειτα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και αποφοίτησε το 1930. Το 1930 πήρε … Dictionary of Greek