-
1 ἐπάνθετα
ἐπάνθετα, τά, thingsGreek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπάνθετα
См. также в других словарях:
επάνθετα — ἐπάνθετα, τα (Α) επιγρ. πρόσθετα αναθήματα, αφιερώματα που τοποθετούνται πάνω σε άλλα … Dictionary of Greek
1 ἐπάνθετα
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπάνθετα
επάνθετα — ἐπάνθετα, τα (Α) επιγρ. πρόσθετα αναθήματα, αφιερώματα που τοποθετούνται πάνω σε άλλα … Dictionary of Greek