-
21 ἐξαπιναίῳ
ἐξαπίναιοςmasc /neut dat sgἐξαπίναιοςmasc /fem /neut dat sgἐξαπιναῖοςmasc /neut dat sg -
22 εξαπίναια
ἐξαπίναιοςneut nom /voc /acc plἐξαπίναιοςneut nom /voc /acc plἐξαπιναῖοςneut nom /voc /acc pl -
23 ἐξαπίναια
ἐξαπίναιοςneut nom /voc /acc plἐξαπίναιοςneut nom /voc /acc plἐξαπιναῖοςneut nom /voc /acc pl -
24 εξαπιναίον
-
25 ἐξαπιναῖον
-
26 εξαπιναίαις
-
27 ἐξαπιναίαις
-
28 εξαπιναίαν
ἐξαπιναίᾱν, ἐξαπίναιοςfem acc sg (attic doric aeolic)ἐξαπιναίᾱν, ἐξαπιναῖοςfem acc sg (attic doric aeolic) -
29 ἐξαπιναίαν
ἐξαπιναίᾱν, ἐξαπίναιοςfem acc sg (attic doric aeolic)ἐξαπιναίᾱν, ἐξαπιναῖοςfem acc sg (attic doric aeolic) -
30 εξαπιναίη
-
31 ἐξαπιναίη
-
32 εξαπιναίην
-
33 ἐξαπιναίην
-
34 εξαπιναία
-
35 ἐξαπιναῖα
-
36 εξαπιναίοι
-
37 ἐξαπιναῖοι
-
38 ἐξαπίνης
Grammatical information: adv.Meaning: `suddenly' (Il..).Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]Etymology: Formation like ἐξαίφνης. Clearly to ἄφαρ, ἄφνω (s.v.) (Strömberg Prefix Studies 56). Fur. 158 etc. recognized that the whole group is Pre-Greek (π\/φ). The variants - ιφ-\/- πι- show that the i is part of the labial, so I assumed a py in these forms (Beekes, Pre-Greek, B 1); cf. κνωπεύς\/ κινώπετον, and πινυτός; also ἀκραιφνής\/ ἀκραπνής.Page in Frisk: 1,528Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἐξαπίνης
- 1
- 2
См. также в других словарях:
εξαπίναιος — ἐξαπίναιος, α, ον και ἐξαπιναῑος, α, ον και ἐξαπίναῑος, ον (Α) [εξαπίνης] αιφνίδιος, ξαφνικός («ἐξαπιναίαις συμφοραῑς», Δίων Κάσσ.). επίρρ... ἐξαπιναίως αιφνίδια, ξαφνικά … Dictionary of Greek
ἐξαπίναιος — masc nom sg ἐξαπίναιος masc/fem nom sg ἐξαπιναῖος masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναῖος — ἐξαπίναιος masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναίως — ἐξαπίναιος adverbial ἐξαπίναιος masc acc pl (doric) ἐξαπίναιος adverbial ἐξαπίναιος masc/fem acc pl (doric) ἐξαπιναῖος adverbial ἐξαπιναῖος masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπίναιον — ἐξαπίναιος masc acc sg ἐξαπίναιος neut nom/voc/acc sg ἐξαπίναιος masc/fem acc sg ἐξαπίναιος neut nom/voc/acc sg ἐξαπιναῖος masc acc sg ἐξαπιναῖος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναίων — ἐξαπίναιος fem gen pl ἐξαπίναιος masc/neut gen pl ἐξαπίναιος masc/fem/neut gen pl ἐξαπιναῖος fem gen pl ἐξαπιναῖος masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναίου — ἐξαπίναιος masc/neut gen sg ἐξαπίναιος masc/fem/neut gen sg ἐξαπιναῖος masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναίους — ἐξαπίναιος masc acc pl ἐξαπίναιος masc/fem acc pl ἐξαπιναῖος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναίῳ — ἐξαπίναιος masc/neut dat sg ἐξαπίναιος masc/fem/neut dat sg ἐξαπιναῖος masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπίναια — ἐξαπίναιος neut nom/voc/acc pl ἐξαπίναιος neut nom/voc/acc pl ἐξαπιναῖος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαπιναῖον — ἐξαπίναιος masc/fem acc sg ἐξαπίναιος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)