Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐνιεμένῃς

См. также в других словарях:

  • ἐνιεμένης — ἐνίημι send in pres part mid fem gen sg (attic epic ionic) ἐνίημι send in aor part mid fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνιεμένῃς — ἐνίημι send in pres part mid fem dat pl (epic) ἐνίημι send in aor part mid fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ένεση — Μέθοδος εισαγωγής φαρμάκου ή εμβολίου στους ιστούς ή στο αίμα, με τη χρήση κατάλληλου οργάνου. Τα κύρια πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής, σε σχέση με τη χορήγηση των φαρμάκων από το στόμα, είναι η δυνατότητα να υπολογίζεται με ακρίβεια η δόση, η… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»