-
1 εναντιότης
-
2 ἐναντιότης
-
3 εναντιοτης
-
4 ἐναντιότης
A contrariety, opposition, Pl.Phd. 105a, A.D.Conj. 253.16, Ph.1.7, etc.;πρὸς ἀλλήλω Pl.Tht. 186b
, etc.: pl., Ocell.2.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐναντιότης
-
5 ἐναντιότης
ἐν-αντιότης, ητος, ἡ, das Entgegensein, der Gegensatz -
6 υπεναντιοτης
-
7 εναντιοτήτων
-
8 ἐναντιοτήτων
-
9 εναντιότησι
-
10 ἐναντιότησι
-
11 εναντιότησιν
-
12 ἐναντιότησιν
-
13 εναντιότητα
-
14 ἐναντιότητα
-
15 εναντιότητας
-
16 ἐναντιότητας
-
17 εναντιότητες
-
18 ἐναντιότητες
-
19 εναντιότητι
-
20 ἐναντιότητι
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἐναντιότης — contrariety fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιοτήτων — ἐναντιότης contrariety fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότησι — ἐναντιότης contrariety fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότησιν — ἐναντιότης contrariety fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότητα — ἐναντιότης contrariety fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότητας — ἐναντιότης contrariety fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότητες — ἐναντιότης contrariety fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότητι — ἐναντιότης contrariety fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιότητος — ἐναντιότης contrariety fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Валентин и валентиниане — Валентин, самый значительный гностический философ и один из гениальнейших мыслителей всех времен, родом из Египта, жил в первой половине II го века; прибыл в Рим при папе Гигине в 140 г., стал знаменит при Пие I и дожил до времени папы Аникиты.… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
супротивство — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} (ἐναντιότης) сопротивление, нападение … Словарь церковнославянского языка