-
1 ελθ'
ἐλθέ, ἔρχομαιibo: aor imperat act 2nd sg——————ἔλθε, ἔρχομαιibo: aor imperat act 2nd sgἔλθαι, ἔρχομαιibo: aor imperat mid 2nd sgἔλθαι, ἔρχομαιibo: aor inf actἔλθα, ἔρχομαιibo: aor ind act 1st sg (homeric ionic)ἔλθε, ἔρχομαιibo: aor ind act 3rd sg (homeric ionic)ἔλθε, ἔρχομαιibo: aor ind act 3rd sg (homeric ionic) -
2 ἐλθ'
Βλ. λ. ελθ' -
3 ἔλθ'
Βλ. λ. ελθ' -
4 ἔρχομαι
ἔρχομαι (ἔρχομαι, -εται, -οντ(αι); ἐρχόμενον, [-ομένοις]: impf. ἤρχετο: aor. ἦλθον, -ες, -ε(ν), ἦλθ, ἦλθον; ἔλθῃς, -ῃ; ἔλθ, ἐλθέ; ἐλθών, -όντος, -όντα, -όντες, -όντεσσιν, -όντας; ἐλθεῖν; ἤλυθον, -ε(ν), - ον: Dor. causal aor. ἔλευσεν.)1 go, come1 of people.a c.ἐγγύς, παρά, πρός, ὑπό, ἀπό, ἐκ, ἐς· ἐγγὺς ἐλθὼν πολιᾶς ἁλὸς O. 1.71
πὰρ εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
δέξατ' ἐλθόντ Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν O. 3.27
Ζεῦ, ἱκέτας σέθεν ἔρχομαι O. 5.19
πρὸς Πιτάναν δεῖ σάμερον ἐλθεῖν sc. in the course of my song. O. 6.28ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.43
εὖτ' ἂν δὲ θρασυμάχανος ἐλθὼν Ἡρακλέης κτίσῃ O. 6.67
τιμῶντες δ' ἀρετὰς ἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.73
ἔκτανεν Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29
μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31
ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις O. 9.83
ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα τρόμεον Δαναοί O. 13.60
μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (codd.: ἴθι byz.) O. 14.21 [ ἀνδράσι ἐς πλόον ἐρχομένοις (v. l. ἀρχομένοις) P. 1.34]φαντὶ δὲ μεταβάσοντας ἐλθεῖν ἥροας ἀντιθέους Ποίαντος υἱὸν τοξόταν P. 1.52
τόδε φέρων μέλος ἔρχομαι P.2.4.ἐλθόντος γὰρ ξένουἀπ' Ἀρκαδίας P. 3.25
“ ξείνοις ἐλθόντεσσιν εὐεργέται δεῖπν' ἐπαγγέλλοντι” P. 4.30 “ Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθών” P. 4.44καὶ κασίγνητοί σφισιν ἀμφότεροι ἤλυθον P. 4.125
“ ἐλθόντας πρὸς Αἰήτα θαλάμους” P. 4.160Ζηνὸς υἱοὶ ἦλθον P. 4.172
σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι ἤλυθον P. 4.204
ἐς Φᾶσιν δ' ἔπειτεν ἤλυθον P. 4.212
ἡρώων ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116
ἤλυθε νασιώταις λίθινον θάνατον φέρων P. 10.47
ἅλικας δ' ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει N. 5.45
ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἐέθλων παῖς ἐναγώνιος N. 6.11
Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49
αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων N. 10.66
Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ N. 10.79
Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57
ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν Ζηνός I. 7.46
Δωριεὺς ἐλθὼν στρατὸς ἐκτίσσατο I. 9.3
ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν Pae. 6.9
ἁλὸς ἐπὶ κῦμα βάντες [ἦ]λθον ἄγγελοι ὀπίσω Pae. 6.100
πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν Παρθ. 2. 3. καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν fr. 172. 5. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν fr. 229. fig.,ἐπεί οἱ τρεῖς ἀεθλοφόροι πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.24
b c. dat.ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ O. 1.44
Ζεὺς πατὴρ ἤλυθεν ἐς λέχος ἱμερτὸν Θυώνᾳ P. 3.99
φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν N. 4.22
ὅτε Λαομέδοντι πεπρωμένοἰ ἤρχετο μόροιο κάρυξ (expectes ἄρχετο, Snell) fr. 140a. 67.c c. acc. οὐκ ἔμειν' ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν P.3.16. “ τάνδε νᾶσον ἐλθόντες” P. 4.52κοί ἦλθον Πελία μέγαρον P. 4.134
ἦλθες ἤδη Λιβύας πεδίον ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.52
ταῦτα, Νικάσιππ, ἀπόνειμον, ὅταν ξεῖνον ἐμὸν ἠθαῖον ἔλθῃς I. 2.48
καί τοί ποτ' Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν ἄπο Καδμειᾶν μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν (v. l. καίτοι πότ, i. e. ποτί) I. 4.53 c. acc. cogn.,ἀπ' Ἄργεος ἤλυθον δευτέραν ὁδὸν Ἐπίγονοι P. 8.41
d met. σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ walking in the path of justice P. 5.14 μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων i. e. go out of tune, be discordant N. 7.692 of things,a c. dat. pers.τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.100
φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ' ἐλθεῖν κῦδος O. 3.39
ἦλθε δέ οἱμάντευμα P. 4.73
κείνοις δ' ὑπέρτατον ἦλθε φέγγος Pae. 2.68
b c. prep.ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.34
ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
λαμπραὶ δ' ἦλθον ἀκτῖνες P. 4.198
χειμέριος ὄμβρος, ἐπακτὸς ἐλθὼν ἐριβρόμου νεφέλας στρατὸς ἀμείλιχος P. 6.10
μὴ κόρος ἐλθὼν κνίσῃ P. 8.32
ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ P. 8.96
κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδεςπολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.32
ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα N. 7.30
3 ἔλευσα, Dor. causal aor., I made to come, brought τὸ μὲν ἔλευσεν (sc. Περσεύς) Δ. 4. 39. but v. λεύω.4 fragg.ἔρχεται δ' ἐνιαυτῷ Pae. 15.9
]εων ἐλθὲ φίλαν δὴ πολεα[ (Π̆{S}: φθον Π.) Δ. 3.. ]ηλυθο[ν P. Oxy. 1792 fr. 8. -
5 ἔρχομαι
Aἠρχόμην Hp.Epid.7.59
, Arat.102, ([etym.] δι-) Pi.O.9.93 ; freq. in later Prose, LXXGe.48.7, Ev.Marc.1.45, Luc.Jud.Voc.4, Paus.5.8.5, etc.; in [dialect] Att. rare even in compds.,ἐπ-ηρχόμην Th.4.120
(perh. fr. ἐπάρχομαι), προς- ib. 121 (perh. fr. προσάρχομαι), cod.: from ἐλυθ- (cf. ἐλεύθω ) come [tense] fut. ἐλεύσομαι, Hom., [dialect] Ion., Trag. (A. Pr. 854, Supp. 522, S.OC 1206, Tr. 595), in [dialect] Att. Prose only in Lys.22.11, freq. later, D.H.3.15, etc.: [tense] aor., [dialect] Ep. and Lyr.ἤλῠθον Il.1.152
, Pi.P.3.99, etc., used by E. (not A. or S.) in dialogue (Rh.660,El. 598,Tr.374, cf. Neophr.1.1); but ἦλθον is more freq. even in Hom., and is the only form used in obl. moods, ἐλθέ, ἔλθω, ἔλθοιμι, ἐλθεῖν, ἐλθών; [dialect] Ep. inf. ἐλθέμεναι, -έμεν, Il.1.151, 15.146 (indic. never ἐλυθ- unaugmented unlessἐξ-ελύθη Il.5.293
has replaced ἐξ-έλυθε); [dialect] Dor.ἦνθον Epich.180
, Sophr.144, Theoc.2.118; imper.ἐνθέ Aristonous 1.9
; part.ἐνθών IG9(1).867
(Corc., vi B.C.), ([etym.] κατ-) Schwyzer 657.4 (Arc., iv B.C.); subj.ἔνθῃ Berl.Sitzb.1927.164
([place name] Cyrene); [dialect] Lacon. ἔλσῃ, ἔλσοιμι, ἐλσών, Ar.Lys. 105, 118, 1081 ; later , Ev.Matt.25.36, BGU530.11 (i A.D.), IG14.1320, etc.; [ per.] 3pl. , al., PTeb. 179 (ii B.C.), etc.;ἤλυθα IG14.1971
, Nonn.D.37.424, ([etym.] ἐπ-) AP14.44: [tense] pf. ἐλήλῠθα (not in Hom.) A.Pr. 943, etc.; sync. pl. ἐλήλῠμεν, -υτε, Cratin.235, Achae.24,43 ; [dialect] Ep. εἰλήλουθα, whence I pl.εἰλήλουθμεν Il.9.49
, Od.3.81, part.εἰληλουθώς 19.28
, 20.360 ; onceἐληλουθώς Il.15.81
, part.κατ-εληλευθυῖα Berl.Sitzb. 1927.166
([place name] Cyrene); Cret. [tense] pf. inf. ἀμφ-εληλεύθεν, v. ἀμφέρχομαι: [dialect] Boeot. [tense] pf.διεσς-είλθεικε Schwyzer 485.2
(Thesp., iii B.C.), part. κατηνθηκότι ib.657.39 (Arc., iv B.C.): [tense] plpf. ; [dialect] Ion.ἐληλύθεε Hdt.5.98
; [dialect] Ep.εἰληλούθει Il.4.520
,εἰληλούθειν Call.Fr. 532
.—In [dialect] Att. the obl. moods of [tense] pres., as well as the [tense] impf. and [tense] fut. were replaced by forms of εἶμι ibo (q.v.): in LXX and Hellenistic Greek the place of the compounds, esp. ἐξ-, εἰς-έρχομαι, is commonly taken by ἐκ-, εἰς-πορεύομαι, etc., the [tense] fut., [tense] aor., and [tense] pf. being supplied as before by ἐλυθ- ([etym.] ἐλθ-):I start, set out, ἦ μέν μοι μάλα πολλὰ..Λυκάων ἐρχομένῳ ἐπέτελλε when I was setting out, Il.5.198, cf. 150 ; τύχησε γὰρ ἐρχομένη νηῦς a ship was just starting, Od. 14.334 ; ἐς πλόον ἐρχομένοις (v.l. ἀρχ-) Pi.P.1.34.2 walk,=περιπατέω, χαμαὶ ἐρχομένων ἀνθρώπων Il.5.442
; σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ πολὺς ὄλβος ἀμφινέμεται walking in justice, Pi.P.5.14 : the two foreg. rare signfs. belong only to the [tense] pres. ἔρχομαι.II (much more freq.) come or go (the latter esp. in [dialect] Ep. and Lyr.), ἦλθες thou art come, Od.16.461, etc.; χαίροισ' ἔρχεο go and fare thee well, Sapph.Supp.23.7, cf. Il.9.43, Od.10.320, 1.281 ;ἀγγελίην στρατοῦ.. ἐρχομένοιο 2.30
, cf. 10.267 ; πάλιν ἐλθέμεν, αὖτε εἰλήλουθα, 19.533, 549 ; οἶκον ἐλεύσεται ib. 313 ;οἴκαδε 5.220
; : as a hortatory exclamation,ἀλλ' ἔρχευ, λέκτρονδ' ἴομεν Od.23.254
, cf. 17.529.III c. acc. cogn., ὁδὸν ἐλθέμεναι to go a journey, Il.1.151 ;ἄλλην ὁδόν, ἄλλα κέλευθα ἤλθομεν Od.9.262
;τηϋσίην ὁδὸν ἔλθῃς 3.316
: freq. in Trag., A.Pr. 962, Th. 714 (alsoκατὰ τὴν αὐτὴν ὁδόν Pl.Lg. 707d
); νόστιμον ἐλθεῖν πόδα (v.l. δόμον) E.Alc. 1153 ; ἀγγε- λίην, ἐξεσίην ἐλθεῖν, go on an embassy, Il.11.140, Od.21.20.2 c. acc. loci, come to, arrive at, rare in Hom.,Ἀΐδαο δόμους ἔρχεαι Il. 22.483
;ἔρχεσθον κλισίην 1.322
: freq. in later Poets, Pi.P.4.52, S. Tr. 259, etc. ; traverse,ὁ ἥλιος ἔρχεται τῆς Λιβύης τὰ ἄνω Hdt.2.24
: c. acc. pers., αῐ κέν τι νέκυς (acc. pl.)ῂσχυμμένος ἔλθῃ Il.18.180
;σὲ δ', ὦ τέκνον, τόδ' ἐλήλυθεν πᾶν κράτος S.Ph. 141
(lyr.).3 c. gen. loci, ἔρχονται πεδίοιο through or across the plain, Il.2.801 ; but also, from a place, .4 c. dat. pers., come to, i.e. come to aid or relieve one, rare in Hom., Od.16.453 ; freq. later, Pi.O.1.100, Th.1.13. etc. ;ἀποροῦντι αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν Pl.Prt. 321c
; also in hostile sense,ἔρχομαί σοι Apoc.2.5
.IV c. [tense] fut. part., to denote the object, ἔρχομαι ἔγχος οίσόμενος I go to fetch.., Il.13.256 ;ἔρχομαι ὀψομένη 14.301
: freq. in Trag.,μαρτυρήσων ἦλθον A.Eu. 576
; .2 in Hdt. like an auxiliary Verb, ἔρχομαι ἐρέων, φράσων, I am going to tell, 1.5,3.6, al. ;σημανέων 4.99
;μηκυνέων 2.35
: rare in [dialect] Att., ἔ. κατηγορήσων, ἀποθανούμενος, Pl.Euthphr.2c, Thg. 129a ; ἔρχομαι ἐπιχειρῶν -σοι ἐπιδείξασθαι, for ἔ. σοι ἐπιδειξόμενος, Id.Phd. 100b ;οὐ τοῦτο λέξων ἔρχομαι, ὡς.. X.Ages.2.7
.3 c. part. [tense] pres., [tense] aor., or [tense] pf., in Hom., to show the manner of moving, ἄγγελος ἦλθε θέουσα she came running, Il.11.715, al. ; μὴ πεφοβημένος ἔλθῃς lest thou come thither in full flight,10.510 ; ἦλθε φθάμενος he came first,23.779 ;κεχαρισμένος ἔλθυι Od.2.54
.4 aor, part. ἐλθών added to Verbs, οὐ δύναμαι..μάχεσθαι ἐλθών go and fight, Il.16.521 ; κάθηρον ἐλθών come and cleanse, ib. 668 ;λέγοιμ' ἂν ἐλθών A.Supp. 928
;δρᾶ νυν τάδ' ἐλθών S.Ant. 1107
.V of any kind of motion, ἐξ ἁλὸς ἐλθεῖν to rise out of the sea, Od.4.448, al. ; ἐπὶ πόντον to go over it, 2.265 ; with qualifying phrase, πόδεσσιν ἔ. to go on foot, 6.40 (but πεζὸς εἰλήλουθα have come as a foot-soldier, Il. 5.204) ; of birds, 17.755, etc. ; of ships, 15.549, Od.14.334 ; of spears or javelins, freq. in Il. ; of natural phenomena, as rivers, 5.91 ; wind and storm, 9.6, Od.12.288 ; clouds, Il.4.276,16.364 ; stars, rise, Od. 13.94 ; time,είς ὅ κεν ἔλθῃ νύξ Il.14.77
, cf. 24.351 ;ἐπὴν ἔλθῃσι θέρος Od.11.192
;ἔτος ἦλθε 1.16
; of events and conditions, , cf. 11.135 ; of feelings, go, ;ἀπὸ πραπίδων ἦλθ' ἵμερος 24.514
; of sounds, etc.,τὸν..περὶ φρένας ἤλυθ' ίωή 10.139
;Κύκλωπα περὶ φρένας ἤλυθεν οἶνος Od.9.362
; without φρένας, περὶ δέ σφεας ἤλυθ' ι>ωή 17.261, cf. 16.6 ; of battle,ὁμόσ' ἦλθε μάχη Il.13.337
; of things sent or taken, , cf. 1.120 ; so later, esp. of danger or evil, c. dat., ;ἦλθεν αὐτῷ Ζηνὸς βέλος A.Pr. 360
;μηδ' ὑπ' ἀνάγκας γάμος ἔλθοι Id.Supp. 1032
(lyr.), cf.Pers. 436 ; of reports, commands, etc., Id.Pr. 663, Th.8.19 ; τοῖς Ἀθηναίοις ὡς ἦλθε τὰ γεγενημένα came to their ears, ib.96 ; τὰ ἐρχόμενα ἐπ' αὐτόν that which was about to happen to him, Ev.Jo.18.4 ; of property, which comes or passes to a person by bequest, conveyance, gift, etc., (ii A. D.) ; ἐ. εἴς τινα ἀπὸ παραχωρήσεως, κατὰ δωρεάν, PLond.3.1164e6 (iii A. D.), PMasp.96.22 (vi A. D.) : —Geom., pass, fall, ἔ. ἐπὶ τὸ αὐτὸ σαμεῖον pass through the same point, Archim.Aequil.1.15 ; ὅπου ἂν ἔρχηται τὸ ἕτερον σαμεῖον wherever the other point falls, ib.2.10.BPost-Homeric phrases:1 ἐς λόγους ἔρχεσθαί τινι come to speech with, Hdt.6.86.α', S.OC 1164 codd. ; soἐς ὄψιν τινὶ ἐλθεῖν Hdt. 3.42
.2 εἰς χεῖρας ἐλθεῖν τινι (v. χείρ) ; soἐς μάχην ἐλθεῖν τινι Id.7.9
.γ ; είς ὸργάς τισιν Pl.R. 572a
.3 ἐπὶ μεῖζον ἔ. increase, S.Ph. 259 ;ἐπὶ μηδέν Id.Fr.871.8
,El. 1000 ; ἐπὶ πᾶν ἐλθεῖν try everything, X.An.3.1.18.4 ἐς τὸ δεινόν, ἐς τὰ ἀλγεινὰ ἐλθεῖν, come into danger, etc., Th.3.45,2.39 ;είς τοσοῦτον αίσχύνης ἐληλύθατον ὥστε.. Pl.Grg. 487b
, etc. ;εἰς τὸ ἔσχατον ἀδικίας Id.R. 361d
; ἐπ' ἔσχατον ἐλθεῖν ἀηδίας Id Phdr. 240d ; ὅσοι ἐνταῦθα ἦλθον ἡλικίας arrived at that time of life, Id.R. 329b ; ἐς ἀσθενὲς ἔ. come to an impotent conclusion, Hdt.1.120 ; ἐς ἀριθμὸν ἐλθεῖν to be numbered, Th.2.72 ;εἰς ἔρωτά τινος ἐλθεῖν Anaxil.21.6
;εἰς ἔλεγχον Philem.93.3
, etc. ; εἰς ἑαυτὸν ἐλθεῖν come to oneself, Ev.Luc.15.17, Arr.Epict.3.1.15.5 παρὰ μικρὸν ἐλθεῖν c. inf., come within a little of, be near a thing, E. Heracl. 296 (anap.) ;παρ' ὀλίγον ἐλθεῖν Plu.Pyrrh.10
; παρὰ τοσοῦτον ἡ Μυτιλήνη ἦλθε κινδύνου so narrow was her escape, Th.3.49 ;παρ' οὐδὲν ἐλθόντες τοῦ ἀποβαλεῖν Plb.1.45.14
;παρ' οὐδὲν ἐλθ. ἀπολέσθαι Plu. Cam.8
.6 with διά and gen., periphr. for a Verb, e.g. διὰ μάχης τινὶ ἐλθεῖν forμάχεσθαί τινι Hdt.6.9
, E.Hel. 978, Th.4.92 ; διὰ πυρὸς ἐλθεῖν τινι rage furiously against.., E.Andr. 488 (lyr.) ; but οί διὰ πάντων τῶν καλῶν ἐληλυθότες who have gone through the whole circle of duties, have fulfilled them all, X.Cyr.1.2.15 ;διὰ πολλῶν κινδύνων ἐλθόντες Pl.Alc.2.142a
.7 ἔ. παρὰ τὴν γυναῖκα, παρὰ Ἀρίστωνα, of sexual intercourse, go in to her, to him, Hdt.2.115,6.68 ; πρός τινα, of marriage, X.Oec.7.5.8ἔ. ἐπὶ πόλιν
attack,Th.
2.11.9 ἔ. ἐς depend upon or be concerned with,τό γ' εἰς ἀνθρώπους ἐλθόν Aristid. 1.149
J. ;τοῖς λογισμοῖς εἰς ἑαυτοὺς ἐρχόμενοι D.S.13.95
;ὅσα εἰς ἀρετὴν ἔρχεται Lib.Or.22.18
; τῶν πραττομένων οὐκ όλίγον εἰς ἐκεῖνον ἤρχετο ib.14.31.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔρχομαι
-
6 κόρυμβος
κόρυμβος, ὁ, mit dem plur. κόρυμβα, τά, wozu Eust. den sing. τὸ κόρυμβον bildet (κόρυς, κορυφή), das Oberste, Aeußerste, die Spitze, Kuppe; – 1) ἄκρα κόρυμβα νηῶν, Il. 9, 241, Schol. ἀκροστόλια, ἄφλαστα; so auch Aesch. Pers. 403; κορύμβοις πρυμναίοισι Theaet. Schol. 2 (X, 16); ἀφλάστοιο κόρυμβα Ap. Rh. 2, 601; vgl. Lycophr. 295; also der mit Zierrathen versehene Spiegelder Schiffe, vgl. κορώνη. – Aber auch ἐλϑ' ἐπ' ἄκρον κόρυμβον ὄχϑου, Aesch. Pers. 650, wie Her. φεύγοντες ἐπὶ τοῦ οὔρεος τὸν κόρυμβον, 7, 218. – 2) vom Haare, wie κρώβυλος, ein geflochtener Haarbüschel od. Haarzopf, der spiralförmig aufgewickelt u. auf dem Scheitel mit einer Haarnadel befestigt wurde, bes. bei Iungfrauen; vgl. Thuc. 1, 6; Heraclid. Pont. bei Ath. XII, 512 b, vgl. κορύμβη. – 3) der traubenförmige Fruchtbüschel einer Pflanze, die Blüthentraube, Hosch. 3, 4; bef. des Epheu's, Strat. 7 (XII, 8); Plut. Symp. 3, 2, 1.
-
7 ἀγγελία
ἀγγελία (-ας, -ᾳ, -αν; -αι, -αις.)a message, news, announcementμιν ἀγγελίαις Εὐρυσθέος ἔντὐ ἀνάγκα πατρόθεν O. 3.28
ξείνων δ' εὖ πρασσόντων ἔσαναν αὐτίκ ἀγγελίαν ποτὶ γλυκεῖαν ἐσλοί O. 4.5
παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν O. 9.25
ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν O. 14.21
φέρων μέλος ἔρχομαι ἀγγελίαν τετραορίας P. 2.4
τὰν πολύκοινον ἀνδέξατ' ἀγγελίαν P. 2.41
“ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως” P. 8.50 “ ἰόντων δ' ἐς ἄφθιτον ἄντρον εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι.” I. 8.41 ]πικρο[τά]ταν κλάγεν ἀγγε[λία]ν ζαμενε[ (supp. Lobel.) fr. 169. 34.b conveying of newsαὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279
c pro pers. TidingsἙρμᾶ δὲ θυγατρὸς ἀκούσαις Ἰφίων Ἀγγελίας O. 8.82
-
8 ἀχώ
-
9 δόμος
1 house, homea of deities. of the temple of Apollo: ἀστῶν, Ἄπολλον, οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν (Wil.: τεόν τε δόμον codd.: πρόδομον Schr.: γε δόμον Mosch.) P. 7.11 θεοῦπαρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
of Hades:μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ O. 14.20
εἰς Ἀίδα δόμον P. 3.11
of Olympos: “ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν” N. 10.88b of mortals.Πύρρα Δευκαλίων τε δόμον ἔθεντο πρῶτον O. 9.44
Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους i. e. Cyrene P. 5.29ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14
ἐπεὶ ἀμφ' Ἑλένᾳ πυρωθέντων Τρώων ἔλυσε δόμους ἁβρότατος P. 11.34
ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
τριπόδεσσιν ἐκόσμησαν δόμον I. 1.19
]ποι ζυγέντες ἐρατᾷ δόμον[ Δ. 1.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις *fr. 104b. 4. pl. pro sing. σὲ δ, ὦ Δεινομένειε παῖ, Ζεφυρία πρὸ δόμων Λοκρὶς παρθένος ἀπύει. P. 2.18 “ λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.117θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23
Φιλύρας ἐν δόμοις in Cheiron's cave N. 3.43καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων, ὦ Θρασύβουλ, ἐρατῶν, οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30
καί τοί ποτ' Ἀνταίου δόμους ἦλθ ἀνήρ I. 4.52
εἷλε Μήδειαν ἐν Κόλχων δόμοις dwellings, city fr. 172. 7.2 met., house, familyΘέρσανδρος Ἀδραστιδᾶν θάλος ἀρωγὸν δόμοις O. 2.45
[ σεμνὸν αἰνήσειν δόμον (v. 1. νόμον) N. 1.72] -
10 κλυτός
1 glorious, esp. of gods, and things belonging to, given to, sought from them.κλυτὸν ἔθνος Λοκρῶν ἀμφέπεσον O. 10.97
Θέτιν παῖδα κλυτάν P. 3.92
“ κλυτὸς Ἑρμᾶς” P. 9.59 κλυτοὶμάντιες Ἀπόλλωνος Pae. 8.13
ὦ κλυτά Λατοῖ fr. 94c. 3. of places, κλυτὰν Λοκρῶν ἐπαείροντι ματέρ' ἀγλαόδενδρον pr. O. 9.19 κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις (v. l. κλειταῖς) P. 11.32 κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς (κλυτᾶς, -άς codd.: - ούς Wil., cll. O. 1.33, obloquente Postgate, Mnem., 1925, 383.) N. 3.23καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα I. 1.57
[ κλυτὸν ἄλσος (v. l. Π̆{im}: τροφὸν Π.) Πα.. 1.] Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς Παρθ. 2.. κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a. c. dat., στεφάνοισί νιν (= Αἴτναν)ἵπποις τε κλυτὰν P. 1.37
in connection with music,κλυταῖσι ὕμνων πτυχαῖς O. 1.105
ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6
κλυταῖς ἐπέων ἀοιδαῖς N. 7.16
κλυτᾷ φόρμιγγι I. 2.2
κλυταῖς ἐπέων ῥοαῖσιν I. 7.19
κλυτᾶν φορμίγγων fr. 140a. 60 (34). variously,αἰτήσων πόλιν εὐανορίαισι τάνδε κλυταῖς δαιδάλλειν O. 5.20
θεὸς κλυτὰν αἶσαν παρέχοι O. 6.102
[ δαῖτα κλυτὰν (codd.: δαιτικλυτὰν Bergk) O. 8.52]ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν O. 14.21
κλυτᾶς αἰῶνος P. 5.6
“ ὁσία κλυτὰν χέρα οἱ προσενεγκεῖν;” Apollo speaks P. 9.36ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς N. 9.10
προσεννέπω ἑσπέσθαι κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου Μοίρας ἐφετμαῖς I. 6.17
]κλυτας ἴδω[ Pae. 6.170
ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν, θεοί fr. 75. 2. -
11 μελαντειχής
1 with black walls μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ ( μειλαντειχέα Maas) O. 14.20 -
12 νῦν
1 now, referring to present, immediate past, or immediate future.1 adv. of time.aνῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.13
“ ὥσπερ τόδε δέρμα με νῦν περιπλανᾶται θηρός” (Stephanus: μίμνοι codd.) I. 6.47 combined with δέ and καί, εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος, νῦν δὲ Θήρων ἅπτεται Ἡρακλέος σταλᾶν ( νῦν γε v. l.) O. 3.43νῦν δὲ πὰρ Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58
“ νῦν δ' εὐρυλείμων πότνιά σοι Λιβύα δέξεται εὐκλέα νύμφαν soon P. 9.55 ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν afterwards as now P. 4.64μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι P. 5.20
ἤτοι μεταίξαις σὲ καὶ νῦν N. 5.43
[ νῦν codd., νυν corr. Er. Schmid. N. 6.8]καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος I. 5.48
τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
b c. impv., exclam., simm., emphasising urgency.ἔπεχε νῦν σκοπῷ τόξον, ἄγε θυμέ O. 2.89
ὄτρυνον νῦν ἑταίρους O. 6.87
ἀλλὰ νῦν ἐπίνειμαι O. 9.5
μὴ νῦν λαλάγει τὰ τοιαῦτ O. 9.40
ἴσθι νῦν O. 11.11
ἐπακοοῖτε νῦν (Bergk: ἐπάκοοι νῦν codd.) O. 14.15 μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσε-φόνας ἔλθ, Ἀχοῖ O. 14.20
γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263
ἔλα νῦν μοι πεδόθεν I. 5.38
κλῦτε νῦν Pae. 6.58
ἰὴ ἰῆτε νῦν μέτρα παιηόνων ἰῆτε, νέοι Pae. 6.121
Δαμαίνας πα[ῖ, ἐ]να[ισίμ]ῳ νῦν μοι ποδὶ στείχων ἁγέο Παρθ. 2.. μὴ νῦν νεκτα[ρ Παρθ. 2.. θνατῶν. νῦν ψᾶφον ἑλισσομέναν ὁπᾷ κῦμα κατακλύσσει ῥέον (the crux may conceal an impv.) O. 10.9ἰὴ, ἰὴ, νῦν ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς ὧραί τ' ἐπῆλθον Pae. 1.5
c opposed to some other time, or hypothetical situation.νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
“ ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ” P. 8.49 εἴ ποτ' ἐμᾶν, ὦ Ζεῦ πάτερ, θυμῷ θέλων ἀρᾶν ἄκουσας, νῦν σε, νῦν εὐχαῖς ὑπὸ θεσπεσίαις λίσσομαι” (bis) I. 6.44 combined with various particles,νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγλααῖσι μέμικται O. 1.90
τεά κεν ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν. νῦν δ' Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος O. 12.17
νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
οἱ μὲν πάλαι νῦν δ I. 2.9
τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον· νῦν γε μὰν P. 1.17
ἦ κεν ἀμνάσειεν, οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις. νῦν γε μὰν P. 1.50
τότε γὰρ. νῦν γε μὲν ἀλλοδαπᾶν κριτὸν εὑρήσει γυναικῶν ἐν λέχεσιν γένος P. 4.50
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν. ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.37
ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ. νῦν δ αὖ μετὰ χειμέριον ζόφον I. 4.18
, cf. Pae. 2.80 infra.ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ I. 6.5
ἐν κρυοέσσᾳ συντυχίᾳ. νῦν δ' αὖτις ἀρχαίας ἐπέβασε Πότμος συγγενὴς εὐαμερίας I. 1.39
οὐρανῷ προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς. ἐν δὲ χρόνῳ for the present it is true... but.. P. 4.290νῦν μὲν αὐτῷ O. 8.65
2 c. art., pro subs., τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα (byz.: τῶν δὲ νῦν codd.) P. 6.43 τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2.. ξένον μή τιν κυριώτεροντῶν γε νῦν O. 1.105
παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν N. 7.101
pro adv.,τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
3 fragg. ν]ῦν δ' αὖ γλυκυμάχανον[ (supp. von Arnim) Πα. 2.. νῦν[ Πα. 13. a. 12 ]ει καὶ νῦν τέρας δι[ Πα. 13. c. 9. νῦν δεδ[ Θρ. 2. 5. -
13 ὄφρα
ὄφρα final conj.,1 in order that.a c. subj.ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ὄφρα κελεύθῳ τ' ἐν καθαρᾷ βάσομεν ὄκχον, ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.23
κατέβαν ὑμνέων Ῥόδον, εὐθυμάχαν ὄφρα πελώριον ἄνδρα αἰνέσω O. 7.14
ἔλθ' Ἀχοῖ, Κλεόδαμον ὄφῤ ἰδοῖσ εἴπῃς O. 14.22
λίσσομαι, νεῦσον, Κρονίων, ἥμερον ὄφρα κατ' οἶκον ἀλαλατὸς ἔχῃ P. 1.72
χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν ὄφρα αὔξῃς οὖρον ὕμνων P. 4.2
“Τιτυὸν βέλος Ἀρτέμιδος θήρευσε κραιπνὸν ὄφρα τις τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων ἐπιψαύειν ἔρᾶται” P. 4.92 στρατὸν ὁμαγερέα καλεῖ συνίμεν, ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ (Heyne: κελαδῆτε codd.) P. 11.9 ὄφ' ρα σὺν Χειμάρῳ μεθύων Ἀγαθωνίδᾳ βάλω κότταβον fr. 128. 2.b c. opt.ἐκδιδάσκειν σοφὸν Αἰσονίδαν· ὄφρα Μηδείας τοκέων ἀφέλοιτ' αἰδῶ P. 4.218
ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων θῆρας αἰνῷ φόβῳ ὄφρα μὴ ταμίᾳ Κυράνας ἀτελὴς γένοιτο μαντεύμασιν P. 5.62
παρθένος αὐλῶν τεῦχε πάμφωνον μέλος, ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20
θυμὸν αὔξων, ὄφρα ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν N. 3.59
ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν κρανίοις ὄφρα ξένων ναὸν Ποσειδάωνος ἐρέφοντα σχέθοι I. 4.54
-
14 πατήρ
1 fatherυἱὲ Ταντάλου, ὁπότ' ἐκάλεσε πατὴρ O. 1.37
Πισάτα παρὰ πατρὸς Oinomaos O. 1.70 πατρὶ βωμῶν ἁγισθέντων Zeus O. 3.19ὃν πατέρ' Ἄκρων ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.50
εὖτ' ἂν Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ Zeus O. 6.68ἄνδρα πατέρα τε Δαμάγητον O. 7.17
πατρὶ δὲ πατρὸς ἐνέπνευσεν μένος O. 8.70
ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86
πατρὸς δὲ Θεσσαλοἶ O. 13.35
Πτοιοδώρῳ σὺν πατρὶ O. 13.41
καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
τοῖσι μὲν ἐξεύχετ' ἐν ἄστει Πειράνας σφετέρου πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν O. 13.61
“ Δαμαίῳ πατρὶ δεῖξον” Poseidon, reputed father of Bellerophon O. 13.69 ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν Kleodamos O. 14.21χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός Kentauros P. 2.48κρύβδαν πατρός P. 3.13
ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος P. 3.67
“ πατρὸς ἐμοῦ” Aison P. 4.106 ὀφθαλμοὶ πατρός Aison P. 4.120πατὴρ Βορέας P. 4.182
πατέρ' Οὐρανιδᾶν Ζῆνα P. 4.194
πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε Xenokrates P. 6.15 ( Ἀντίλοχος) ὃς ὑπερέφθιτο πατρός Nestor P. 6.30πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός P. 6.39
“ φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα” P. 8.45 πατὴρ δὲ θυγατρὶ φυτεύων κλεινότερον γάμον Antaios P. 9.111τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.12
Ὀρέστα· τὸν δὴ φονευομένου πατρὸς Ἀρσινόα Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε Agamemnon P. 11.17ἢ πατρὶ Πυθονίκῳ τό γέ νυν ἢ Θρασυδᾴῳ P. 11.43
εἰ δ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκριτος ἁλίῳ σὸς πατὴρ ἐθάλπετο N. 4.14
πατρὶ Σωγένης ἀταλὸν ἀμφέπων θυμὸν N. 7.91
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε Talaos N. 10.12ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν N. 11.11
τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον I. 8.2
πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται Asopos I. 8.17 πεπρωμένον ἦν φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν (Ahlwardt: γόν. ἄν. πατρὸς codd.: φέρτερόν γε γόνον Bury) I. 8.32 ]ν ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ]υσε πατέρα Γοργόν[ων Phorkos Δ. 1.. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35. pl. pro s., γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν i. e. Dionysos, son of Zeus and Semele fr. 75. 11.2 ancestor εὐωνύμων τε πατέρωνἄωτον O. 2.7
σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
“ λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.117φῶτες Αἰγείδαι, ἐμοὶ πατέρες P. 5.76
πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2
]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων Δ. 1. 17, cf. O. 13.61, 69.3 met.a guardian βασιλεύς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς, ξείνοις δὲ θαυμαστὸς πατήρ Hieron P. 3.71 ζαθέων ἱερῶν πάτερ, κτίστορ Αἴτνας fr. 105. 3.bφορμιγκτὰς ἀοιδᾶν πατήρ, Ὀρφεύς P. 4.176
4 epith. of various deities.a Zeus.πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57
Ζεὺς πατήρ O. 2.27
σὺν βαρυγδούπῳ πατρὶ O. 6.81
πατέρος Ἀθαναία κορυφὰν κατ' ἄκραν ἀνορούσαισ O. 7.36
πατρί τε θυμὸν ἰάναιεν κόρᾳ τ O. 7.43
ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ O. 7.87
πατρὶ μεγίστῳ O. 10.45
Ζεῦ πάτερ O. 13.26
αἰέναον σέβοντι πατρὸς Ὀλυμπίοιο τιμάν O. 14.12
Ζεὺς πατὴρ P. 3.98
“ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ” P. 4.23πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
ξεινίου πατρὸς χόλον δείσαις N. 5.33
Ζεῦ πάτερ N. 8.35
, N. 9.31, N. 9.53, N. 10.29παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ N. 10.55
“ πάτερ Κρονίων” Polydeukes speaks N. 10.76 “ ὦ Ζεῦ πάτερ” Herakles speaks I. 6.42βαρυσφαράγῳ πατρὶ I. 8.22
Μοῖσαι, κελαινεφεῖ σὺν πατρὶ Pae. 6.56
πατὴρ δὲ Κρονίων Pae. 15.5
Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστότεχνα πάτερ fr. 57. 2. ] πάτερ fr. 59. 2. Ζεὺς πατὴρ fr. 93. ἕσσατο ἄνακτι βωμὸν πατρί τε Κρονίῳ (sc. Ἡρακλέης) fr. 140a. 64 (38). δεξιὰν κατὰ χεῖρα πατρὸς (sc. ἡμένα Ἀθάνα) fr. 146. 2.b Apollo.ἀκερσεκόμα πάτερ Pae. 9.45
c Helios.ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
d Time.Χρόνος ὁ πάντων πατήρ O. 2.17
e Kronos.πατὴρ μέγας πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.76
5 fragg. ]πατὴρ δεπ[ Pae. 10.9
]ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e. ] πατρὸς ἑοῖο[ ?fr. 335. ] πατρὸς εχ[ P. Oxy. 1792, fr. 34. -
15 Φερσεφόνα
Φερσεφόνα (-α, -ας, -ᾳ.) daughter of Demeter. αἰτέω σε, φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων, Φερσεφόνας ἕδος (Akragas) P. 12.2 νάσῳ, τὰν Ὀλύμπου δεσπότας Ζεὺς ἔδωκεν Φερσεφόνᾳ (Sicily) N. 1.14 as queen of the underworld,1μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ O. 14.21
οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς (Boeckh: Περσεφόνας codd.: i. e. τὸν Ἅιδην Σ.) I. 8.55 οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. frag., Ἐλευσινόθε Φερσεφόνᾳ ματρί τε χρυσοθρόνῳ θῆ[κε λα]οῖσιν τελευτὰν (supp. et corr. Lobel) P. Oxy. 2622, fr. 1. 4 ad ?fr. 346c. test., Paus., 9. 23. 3, Πίνδαρος ὕμνον ᾖσεν εἰς Περσεφόνην v. fr. 37. -
16 φέρω
φέρω (φέρεις, -ει, -οντι, -οισιν: φέρε, -έτω; -οις, -οι; -ων, -οις(α), -οισαν; -ειν: fut. οἴσει; -ειν: impf. (ἔ) φερε(ν), φέρομεν, φέρον: aor. ἔνεικ(ε), ἔνεικεν; ἐνεῖκαι: pf. ἤνεγκ(ε): med. & pass., φέρεται, -ονται; -εσθαι.)a bring, carryI lit.,Ἀχιλλέα τ' ἔνεικ μάτηρ O. 2.79
ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν Ἀμφιτρυωνιάδας O. 3.14
καὶ ἔνεικεν Λοκρῷ (sc. αὐτάν) O. 9.59πρίν γέ οἱ χρυσάμπυκα κούρα χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.66
ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἄγγελίαν O. 14.21
πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα P. 1.24
τόδε φέρων μέλος ἔρχομαι P. 2.3
καί ῥά μιν Μάγνητι φέρων πόρε Κενταύρῳ διδάξαι P. 3.45
“ φέρομεν νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων ἐννάλιον δόρυ” P. 4.26ὄρνιν Κυπρογένεια φέρεν πρῶτον ἀνθρώποισι P. 4.216
ἔνεικέ τε χρυσέῳ παρθένον ἀγροτέραν (v. l. ἔνεγκέ) P. 9.6 “ καὶ μέλλεις ὑπὲρ πόντου Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαι” (sc. Κυράναν) P. 9.53 “ παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ οἴσει” P. 9.61 ποικίλον κάρα δρακόντων φόβαισιν ἤλυθε νασιώταις λίθι- νον θάνατον φέρων (sc. Περσεύς) P. 10.48 ἔρνεα πρῶτος λτ;ἔνεικενγτ; ἀπ' Ἀλφεοῦ (supp. Bergk: om. codd.) N. 6.18 σεμνῶν γονάτων ἅπτομαι, φέρων Λυδίαν μίτραν καναχηδὰ πεποικιλμέναν (cf. P. 2.3) N. 8.14λάμβανέ οἱ στέφανον, φέρε δ' εὔμαλλον μίτραν I. 5.62
σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο (sc. Ζεύς) I. 8.21 ]φέρει λαιλ[α fr. 1a.ἐς Τροία[ν ] ἤνεγκε[ Pae. 6.76
τὰν δὲ (sc. ἵππον) πρυμνὸν κεφαλᾶς ὀδὰξ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 32.II met.ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36
καματωδέων δὲ πλαγᾶν ἄκος ὑγιηρὸν ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ τὸ καλλίνικον φέρει N. 3.18
αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.34
ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
μόχθος ἡσυχίαν φέρει, καιρῷ καταβαίνων Pae. 2.33
πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός, ἢ καρποῦ φθίσιν; (sc. ἀκτὶς ἀελίου, of an eclipse of the sun)Πα.. 13. σέ τ, Ὀλυμπιόνικε, φέρειν γῆρας εὔθυμον ἐς τελευτάν O. 5.22
III med. met., bring with oneφαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21
IV pass. met., be borne, uplifted ἐλπίσιν ἀθανάταις ἁρμοῖ φέρονται fr. 10.bI bear, produce of land, simm.δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν πλούτῳ ἴσον N. 11.41
εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει βιόδωρον ἀμαχανίας ἄκος Pae. 4.25
ὅσα ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ φέροισιν fr. 220. 3. met.,ἔργα δὲ ζώοισιν ἑρπόντεσσί θ' ὁμοῖα κέλευθοι φέρον O. 7.52
II in general, give proof of, show, displayὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρόν O. 2.53
Ἴλᾳ φερέτω χάριν Ἁγησίδαμος O. 10.17
“ φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν” P. 4.102ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς νόημα τοῦτο φέρων P. 6.29
αὔξων δὲ πάτραν Μειδυλιδᾶν, λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ αἰνίξατο P. 8.38
οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30
προθύροισιν δ' Αἰακοῦ ἀνθέων ποιάεντα φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν (Wil.: φέρειν codd.) N. 5.54 τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον ( ἔχει λόγον Σ paraphr.) I. 8.61χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57
c winἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64
καὶ ψυχρᾶν ὁπότ' εὐδιανὸν φάρμακον αὐρᾶν Πελλάνᾳ φέρε O. 9.98
Δόρυκλος δ' ἔφερε πυγμᾶς τέλος O. 10.67
κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14
ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21
d support, endureτὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν P. 3.82
φέρειν δ' ἐλαφρῶς ἐπαυχένιον λαβόντα ζυγὸν ἀρήγει P. 2.93
σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
e carry of seed, progenyκαὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν P. 3.15
ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν, σπέρμ' ἀδείμαντον φέρων Ἡρακλέος N. 10.17
“ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ Πα. 8A. 19.f bear, maintainἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς, ὅτι ὑψοῦ φέροντι νόμον Θεσσαλῶν αὔξοντες P. 10.70
ἀτὰρ γένος αἰεὶ φέρει τοῦτό οἱ γέρας (v. l. φέρεν) N. 7.39g bring (to bear)φέροις δὲ Πρωτογενείας ἄστει γλῶσσαν O. 9.41
ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278
λέλογχε δὲ μεμφομένοις ἐσλοὺς ὕδωρ καπνῷ φέρειν ἀντίον N. 1.24
Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν N. 3.28
χρὴ νιν (= ἀρετάν)εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόσμον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις I. 1.44
pass., εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν “verbreitet es sich,” Dornseiff P. 1.87 ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν fr. 42. 1.h fragg. ]φέρεσθαι Pae. 2.43
φερον[ fr. 260. 13. ] ινελεων φέρων ?fr. 334b. 11. -
17 κλαίω
κλαίω, old [dialect] Att. [full] κλάω (v. infr.) [pron. full] [ᾱ] never contracted; [dialect] Aeol. [full] κλαΐω Lyr.Adesp.65; [dialect] Ep.[ per.] 2sg.opt.Aκλαίοισθα Il.24.619
: [dialect] Att.[tense] impf. ἔκλᾱον, [dialect] Ep.κλαῖον Od.10.201
, [dialect] Ion.κλαίεσκον Il.8.364
, Hdt.3.119, A.Fr. 312: [tense] fut. κλαύσομαι, [ per.] 2sg. κλαύσῃ or κλαύσει, Il.18.340, Ar.V. 1327 (lyr.), Nu.58, 933 (anap.), E.Cyc. 554, etc., rarelyκλαυσοῦμαι Ar. Pax 1081
, 1277 (in mock heroic verses); [dialect] Att. alsoκλαιήσω Hyp.Dem.Fr.10
,κλᾱήσω D. 19.310
, 21.99, laterκλαύσω Theoc.23.34
, D.H.4.70, Ev.Jo.16.20, Man. 3.143: [tense] aor. ἔκλαυσα, [dialect] Ep.κλαῦσα Od.3.261
:—[voice] Med., [tense] aor.ἐκλαυσάμην S.Tr. 153
, AP7.412 (Alc. Mess.):—[voice] Pass., [tense] fut.κλαυσθήσομαι LXX Ps. 77(78).64
,κεκλαύσομαι Ar.Nu. 1436
: [tense] aor.ἐκλαύσθην Lyc.831
, J.AJ8.11.1 (v.l. κλαυθείς), IG14.2128: [tense] pf. , S.OT 1490,κέκλαυσμαι Lyc.273
, Plu.2.115b. [κλάω [ᾱ] is recognized as [dialect] Att. by A.D.Adv.187.26, and is found in codd. of Ar.Av. 341, Pl.Lg. 792a, Phlb. 48a: ἔκλᾰε in later poetry, Theoc.14.32, dub. in Hermesian.7.33 (cf. κλέω A).] ( κλᾰϝ-ψω, cf. κλαυ-θμός, etc.)I intr., cry, wail, lament, of any loud expression of pain or sorrow,κλαῖον δὲ λιγέως Od.10.201
;πρὸς οὐρανόν Il.8.364
;τῆς ἄρα κλαιούσης ὄπα σύνθετο Od.20.92
; for the dead, Il.19.297, etc.; ;κλαίοντα καὶ ὀδυρόμενον Pl.R. 388b
, etc.; διὰ τί οἱ κλαίοντες ὀξὺ φθέγγονται; Arist.Pr. 900a20;δάκρυσι κ. D.C. 59.27
; of infants, Sor.1.107, al.; of crying for joy, κλαῖον δὲ λιγέως, ἁδινώτερον ἤ τ' οἰωνοί κτλ. Od.16.216, cf. Eust.1799.57.2 shall send him home crying, howling, i.e. well beaten, Il.2.263: freq.in [dialect] Att., κλαύσεται he shall howl, i.e. he shall suffer for it, Ar.V. 1327 (lyr.), Pl. 174, al.;κλαύσομαι Id.Nu.58
; κλαύσει μακρά you shall howl loudly, i.e. suffer severely, Id. Pax 255, cf. 1277;κλαύσῃ φιλῶν τὸν οἶνον E.Cyc. 554
;κλάοις ἄν, εἰ ψαύσειας A.Supp. 925
; κλαίων to your sorrow or loss, at your peril, S.OT 401, 1152, Ant. 754;κλάων ἅψῃ τῶνδε E.Heracl. 270
, cf. Hipp. 1086;δεῦρ' ἔλθ' ἵνα κλάῃς Ar.Nu. 58
; κλάειν ἔγωγέ σε λέγω (opp. χαίρειν σοι λέγω) Id.Pl.62, cf. Hdt. 4.127;κλάειν εἴπωμεν Eup.363
;κλάειν κελεύων Λάμαχον Ar.Ach. 1131
;κλάειν σε μακρὰ κελεύσας Id.Eq. 433
; σέ δ' ἐᾶν κλάειν μακρὰ τὴν κεφαλήν suffer terribly in the head, Id.Pl. 612 (anap.), cf.V. 584.II trans., weep for, lament,κλαῖεν ἔπειτ' Ὀδυσῆα, φίλον πόσιν Od.1.363
, cf. Il.20.210; τι A.Ag. 890, S.El. 1117;τὰ αὑτοῦ πάθη Plu.Alc.33
:— [voice] Pass., to be mourned or lamented,ἀνδρὸς εὖ κεκλαυμένου A.Ch. 687
: impers.,μάτην ἐμοὶ κεκλαύσεται Ar.Nu. 1436
.III [voice] Med., bewail oneself, weep aloud, A.Th. 920 (lyr.): [tense] pf. part. [voice] Pass. κεκλαυμένος bathed in tears, Id.Ch. 457 (lyr.), 731, S.OT 1490.2 trans., bewail to oneself,πάθη.. πόλλ' ἔγωγ' ἐκλαυσάμην Id.Tr. 153
; (lyr.). -
18 ξερόν
ξερόν, τό,A terra firma, once in Hom.,ποτὶ ξερὸν ἠπείροιο Od.5.402
; ποτὶ ξερὸν ἔλθ' ἀπὸ πέτρας to the mainland, AP6.304 (Phan.), cf. A.R.3.322 ; . (Cogn. with σχερός rather than with ξηρός.) -
19 τυῖδε
A hither,τυῖδ' ἔλθ' Sapph.1.5
, cf. Supp.1.2, 25.2, Theoc.28.5, Epigr.Gr.988.3 ([place name] Balbilla), Sch.T Il.14.298. -
20 ἔλση
См. также в других словарях:
ἐλθ' — ἐλθέ , ἔρχομαι ibo aor imperat act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔλθ' — ἔλθε , ἔρχομαι ibo aor imperat act 2nd sg ἔλθαι , ἔρχομαι ibo aor imperat mid 2nd sg ἔλθαι , ἔρχομαι ibo aor inf act ἔλθα , ἔρχομαι ibo aor ind act 1st sg (homeric ionic) ἔλθε , ἔρχομαι ibo aor ind act 3rd sg (homeric ionic) ἔλθε , ἔρχομαι ibo… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Uncial 068 — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 068 Text John 13:16 27; 16:7 19 Date 5th century Script Greek … Wikipedia
Onciale 068 — Manuscrits du Nouveau Testament Papyri • Onciale • Minuscules • Lectionnaire Onciale 068 texte Évangile selon Jean † langue Grec ancien date Ve … Wikipédia en Français
Кодекс 068 — (Gregory Aland) унциальный манускрипт V века на греческом языке, содержащий фрагменты текста Евангелия от Иоанна 13,16 27; 16,7 19 на 2 пергаментных листах (26 x 24 см). Текст на листе расположен в две колонки, 18 строк в колонке. Палимпсест.… … Википедия
εμπολεύς — ἐμπολεύς ο (Α) έμπορος, πραματευτής (ἔλθ ἀπὸ πέτρας καί με λάβ ἐμπολέα», Φανίας, Ανθ. Παλ.) … Dictionary of Greek