-
1 εκροή
-
2 ἐκροῇ
-
3 εκροή
-
4 ἐκροή
-
5 ἐκροή
II = ἔκροος II, Hp.Epid.2.1.7(pl.), Arist.Mete. 356a10, Pl.Phd. 112d, al.; περὶ τὰς ἐκροάς the places of efflux, in the human body, Arist.PA 688b28. -
6 εκροή
dischargeΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > εκροή
-
7 εκροής
-
8 ἐκροῆς
-
9 εκροήσι
-
10 ἐκροῇσι
-
11 εκροαίς
-
12 ἐκροαῖς
-
13 εκροαί
-
14 ἐκροαί
-
15 εκροών
-
16 ἐκροῶν
-
17 εκροάς
-
18 ἐκροάς
-
19 εκροήν
-
20 ἐκροήν
См. также в других словарях:
ἐκροῇ — ἐκροή the places of efflux fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροή — the places of efflux fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκροή — η (AM ἐκροή) έκρυση, εκβολή, απομάκρυνση («εκροή τών νερών τής βροχής») αρχ. 1. άνοιγμα για εκροή υγρών, διέξοδος 2. συνεκδ. τα μέρη τού σώματος απ όπου γίνονται εκρύσεις (βλ. και έκρους) … Dictionary of Greek
εκροή — η 1. έξοδος υγρού από το μέρος όπου βρίσκεται. 2. το στόμιο, από όπου γίνεται η ροή προς τα έξω … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐκροαῖς — ἐκροή the places of efflux fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροαί — ἐκροή the places of efflux fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροῆς — ἐκροή the places of efflux fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροῇσι — ἐκροή the places of efflux fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροήν — ἐκροή the places of efflux fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκροῶν — ἐκροή the places of efflux fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αμάξωμα — Μέρος του οχήματος που καλύπτει, συνδέει και προφυλάσσει τον μηχανισμό του και επιπλέον στεγάζει τους επιβάτες και το φορτίο. Η καθιερωμένη τεχνική προβλέπει α. με μόνο προορισμό την κάλυψη, προσαρμοσμένα σε πλαίσια, ενώ πολυάριθμες σύγχρονες… … Dictionary of Greek