Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐδίδαξα

См. также в других словарях:

  • ἐδίδαξα — διδάσκω instruct aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 'δίδαξα — ἐδίδαξα , διδάσκω instruct aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐδίδαξ' — ἐδίδαξα , διδάσκω instruct aor ind act 1st sg ἐδίδαξε , διδάσκω instruct aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διδάσκω — και διδάχνω (AM διδάσκω, Μ και διδάχνω) 1. μαθαίνω σε κάποιον κάτι, μεταδίδω γνώσεις («εδίδασκε τα ελληνικά γράμματα», «τὸν διδάσκει τοὺς δεσμοὺς ἐκεῑνος τῆς ἀγάπης», «σε... ἱπποσύνας ἐδίδαξαν», «μέ δίδαξε η ζωή», «πολλὰ διδάσκει μ ὁ πολὺς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»