-
1 ἀχάλκεος
ἀχάλκ-εος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀχάλκεος
-
2 ἀχάλκευτος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀχάλκευτος
-
3 ἀχαλκέω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀχαλκέω
-
4 ἀχαλκής
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀχαλκής
-
5 ἀχάλκωτος
ἀχάλκ-ωτος, ον, lit.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀχάλκωτος
-
6 ἄχαλκος
ἄχαλκ-ος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἄχαλκος
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский