Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἄντων

  • 1 άντων

    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 3rd pl (doric aeolic)
    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 1st sg (doric aeolic)
    ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)
    ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 1st sg (homeric ionic)

    Morphologia Graeca > άντων

  • 2 ἄντων

    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 3rd pl (doric aeolic)
    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 1st sg (doric aeolic)
    ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)
    ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 1st sg (homeric ionic)

    Morphologia Graeca > ἄντων

  • 3 αντών

    ἄντη
    prayer: fem gen pl
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc voc sg
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act neut nom /voc /acc sg
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc nom sg (attic epic ionic)
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc nom sg (attic epic doric ionic)

    Morphologia Graeca > αντών

  • 4 ἀντῶν

    ἄντη
    prayer: fem gen pl
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc voc sg
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act neut nom /voc /acc sg
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc nom sg (attic epic ionic)
    ἀντάω
    come opposite to: pres part act masc nom sg (attic epic doric ionic)

    Morphologia Graeca > ἀντῶν

  • 5 άντων

    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 3rd pl (doric aeolic)
    ἄ̱ντων, ἀντάω
    come opposite to: imperf ind act 1st sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > άντων

  • 6 ἅπας

    ᾰπας (ἅπας, ἅπαντα; -αντες, -άντων, -αντας: ἅπασα, -ας, -αν; -αις, -ας: ἅπαν, ἅπαντι, ἅπᾰν; ἁπάντων, ἅπαντα)
    1 all, every, the whole of A adj.
    1 c. def. art.
    a which follows

    ἅπαντα τεύχει τὰ μείλιχα θνατοῖς O. 1.30

    b which precedes

    αὐτὸν μὰν ἐν εἰρήνᾳ τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν λαχόντ N. 1.69

    ἄπορα γὰρ λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.72

    2 without art.

    ἁπάντων καλῶν ἄμμορος O. 1.84

    ἐν ἅπαντι κράτει in every success O. 10.82

    ἅπαν δ' εὑρόντος ἔργον O. 13.17

    ἀφθόνητος ἔπεσσιν γένοιο χρόνον ἅπαντα O. 13.26

    στρωμνὰ δὲ χαράσσοισ' ἅπαν νῶτον κεντεῖ P. 1.28

    θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται P. 2.49

    ἅπαν νῶτον καταίθυσσον P. 4.83

    ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν have every care for P. 4.276 πάτρῳ τ' ἐπερχόμενος ἀγλαίαν ἅπασαν (Bergk: ἀγλαίαν ἔδειξεν ἅπασαν codd.: ἅπασαν del. byz.) P. 6.46

    ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος P. 9.114

    ὁ χρυσὸς ἑψόμενος αὐγὰς ἔδειξεν ἁπάσας N. 4.83

    οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκής N. 5.16

    μυχῷ Ἑλλάδος ἁπάσας N. 6.26

    τυχεῖν δ' ἕν ἀδύνατον εὐδαιμονίαν ἅπασαν ἀνελόμενον N. 7.56

    χεῖρα · τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ' ἁπάσαις ἁνίαις full rein I. 2.22 πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες *fr. 104b. 5.*
    3 quasi adv., in every respect

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.21

    παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος in full flower Θρ. 7. 7, cf. N. 6.2 B subs., everyone, everything

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα O. 6.48

    μία δοὐχ

    ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106

    χέρα κυκλώσαις ὑπὲρ ἁπάντων O. 10.72

    ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5

    θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16

    θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες I. 7.42

    ὀλβίᾳ δ' ἅπαντες αἴσᾳ λυσίπονον τελετάν ( ὄλβιοι δ' λυσιπόνων τελετᾶν coni. Wil.) fr. 131a ad Θρ.. μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. C frag. ]

    ἅπας[ Pae. 10.6

    Lexicon to Pindar > ἅπας

  • 7 τελέω

    τελέω (τελεῖς, -εῖ; -έων: fut. τελέσσω, τελέσει: impf. τέλει: aor. (τέλεσσεν, τέλεσαν; τέλεσσον; τελέσαις, -άντων: τελέσαι, τελέσσαι: pass. aor. τελεσθέντων: pf. τετελεσμένον.)
    a
    I bring to pass, bring about

    τελεῖ δὲ θεῶν δύναμις καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83

    τοῦτ' ἔργον βασιλεὺς ἐμοὶ τελέσαιςP. 4.230

    ἔργον πελώριον τελέσαις P. 6.41

    ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.49

    ἐμοὶ δ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε Πότμος ἄναξ, εὖ οἶδ ὅτι χρόνος ἕρπων πεπρωμέναν τελέσει N. 4.43

    ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6

    ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30

    Κρονίων, τελεῖς ς[ ]πεπρωμέναν πάθαν (Π̆{ac} et Σ: τέλει Π̆{pc}: δύναται τελέω ἐπιτελέω Σ.) Πα. 8A. 15.
    III bring to fulness

    θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν P. 5.117

    IV complete ( ναῦν) τέλεσαν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (τέλεσεν Σ̆{γρ˙}, Wackernagel) P. 4.246
    b bring to birth

    τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ P. 3.9

    νῦν σε ( Δία) — λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε ξεῖνον ἁμὸν μοιρίδιον τελέσαιI. 6.46 τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο μιχθεὶς τοξοφόρον τελέσαι γόνον[ Πα. 7B. 52.
    c pay tribute of c. acc. & dat.

    παίδεσσιν ὕμνον Δεινομένεος τελέσαις P. 1.79

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13

    ψυχὰν Ἀίδᾳ τελέων οὐ φράζεται δόξας ἄνευθεν I. 1.68

    d dub., ? reckon up ἑπτὰ δ' ἔπειτα πυρᾶν νεκρῶν τελεσθέντων Ταλαιονίδας εἶπεν ( νεκροῖς coni. Wil.: τελεσθεισᾶν Pauw, cf. Fraenkel on Ag. 562: τὰς πυρὰς ὁ Πίνδαρος καταριθμεῖται οὐ πρὸς αὐτοὺς τοὺς στρατηγοὺς ἀλλὰ τὰ τούτων στρατεύματα Σ; of the army of the Seven, cf. Thummer, 17̆{2}) O. 6.15
    e fragg. τελέσαι δ' ὀλ[ κα]τελάμβανον[ (Snell: τελε.αι G-H: τελεται Lobel) Πα. 12. 1. μάντις ὡς τελέσσω ἱεραπόλος Παρθ. 1. 5.

    Lexicon to Pindar > τελέω

См. также в других словарях:

  • .άντων — ἄ̱ντων , ἀντάω come opposite to imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἄ̱ντων , ἀντάω come opposite to imperf ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντῶν — ἄντη prayer fem gen pl ἀντάω come opposite to pres part act masc voc sg ἀντάω come opposite to pres part act neut nom/voc/acc sg ἀντάω come opposite to pres part act masc nom sg (attic epic ionic) ἀντάω come opposite to pres part act masc nom sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄντων — ἄ̱ντων , ἀντάω come opposite to imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἄ̱ντων , ἀντάω come opposite to imperf ind act 1st sg (doric aeolic) ἀντάω come opposite to imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) ἀντάω come opposite to imperf ind act 1st sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πασανείς — (αντων.) βλ. πασαένας …   Dictionary of Greek

  • ος — (I) η, ο (ΑΜ ὅς, ἥ, ὅ, Α αρσ. και ὃ) (αναφ. αντων.) 1. ο οποίος (α. «ο περί ου ο λόγος» αυτός για τον οποίο μιλάμε β. «φίλον θάλος, ὃν τέκον αὐτή», Ομ. Ιλ.) 2. φρ. α) «καθ ο», «καθ α» και, με συντμ., «καθό», «καθά» i) λόγω τού ότι ii) ακριβώς… …   Dictionary of Greek

  • οποίος — α, ο και οποιός, ά, ό (Α ὁποῑος, οία, ον, ιων. τ. ὁκοῑος, η, ον, επικ. τ. ὁπποῑος, η, ον, αρσ. κρητ. ὀτεῑος, Μ και ὁποιός, ά, ό) (αναφ. αντων.) αυτού τού είδους, ό,τι λογής, ποιας λογής νεοελλ. 1. (με άρθρο) (αναφ. αντων.) ο οποίος, η οποία, το… …   Dictionary of Greek

  • σφείς — Α (προσ. αντων. γ προσ. αρσ. και θηλ. πληθ.) Ι. ΚΛΙΣΗ: 1. γεν. αττ. τ. σφῶν, επικ. και ιων. τ. σφέων, ποιητ. τ. σφείων 2. δοτ. σφίσι(ν) και σφισι(ν) και σφι(ν), και σφίν, σπαν. λακων. τ. φιν, αιολ. τ. ἄσφι, συρακ. τ. ψιν, αρκαδ. τ. σφεῑς 3.… …   Dictionary of Greek

  • όστις — ήτις, ό,τι (ΑΜ ὅστις, ἥτις, ὅ, τι, Α αρσ. και ὅτις και ὄρτιρ, ουδ. και ὅτι και ὅττι και ὄττι) (αναφ. αντων.) Ι. ΚΛΙΣΗ: Α.(στον εν.) 1. γεν. οὗτινος και ὅτου, ἧστινος, οὗτινος και ὅτου, επικ. τ. ὅττεο και ὅττευ και ὅτευ, ιων. τ. ὅτεο, λεσβ. τ.… …   Dictionary of Greek

  • όποιος — α, ο (Μ ὅποιος, α, ον) (αναφ. αντων.) εκείνος που, αυτός που (α. «όποιος είναι έξω απ τον χορό πολλά τραγούδια ξέρει», παροιμ. β. «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τόν τρών οι κότες», παροιμ.) νεοελλ. (ως αόρ. αντων.) 1. οποιοσδήποτε («όποιος κι …   Dictionary of Greek

  • τέτοιος — α, ο, Ν (επιθ. αντων.) 1. αυτού τού είδους, τοιούτος («τέτοιος πού σαι καλά να πάθεις») 2. το αρσ. ως ουσ. ο τέτοιος ο κίναιδος 3. φρ. «τέτοια ώρα, τέτοια λόγια» λέγεται για εκείνους που μιλούν σε ακατάλληλο χρόνο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοίτοιος + ἔτοιος …   Dictionary of Greek

  • τοίος — οία, ον, και ιων. τ. θηλ. τοίη, Α (δεικτ. αντων.) 1. (ως απόκριση στην αναφ. αντων. οἷος, στην ερωτ. αντων. ποῑος και στην αόρ. αντων. ποιός) τέτοιος («τοῑον ὅπως ἐθέλει», Ομ. Οδ.) 2. (απόλ. όταν αναφέρεται σε κάτι που έχει λεχθεί προηγουμένως)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»