Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἄνοδος

См. также в других словарях:

  • ἄνοδος — 1 having no way masc/fem nom sg ἄνοδος 2 way up fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άνοδος — Το θετικό ηλεκτρόδιο ενός ηλεκτρολυτικού στοιχείου, θερμοηλεκτρονικής λυχνίας και γενικά κάθε διάταξης μέσα στην οποία περνά ηλεκτρικό ρεύμα από ένα υγρό ή αέριο. * * * (I) άνοδος, ον (Α) ο τόπος που δεν έχει δρόμο ή πέρασμα. (II) η (AM ἄνοδος) 1 …   Dictionary of Greek

  • άνοδος — η 1. το ανέβασμα: Συνεχής άνοδος της τιμής του χρυσού στον κόσμο. 2. (φυσ.), το θετικό ηλεκτρόδιο ηλεκτρικού στοιχείου ή στήλης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀνόδως — ἄνοδος 1 having no way adverbial ἄνοδος 1 having no way masc/fem acc pl (doric) ἄνοδος 2 way up fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄνοδον — ἄνοδος 1 having no way masc/fem acc sg ἄνοδος 1 having no way neut nom/voc/acc sg ἄνοδος 2 way up fem acc sg ἀνόδων toothless masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνόδοις — ἄνοδος 1 having no way masc/fem/neut dat pl ἄνοδος 2 way up fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνόδου — ἄνοδος 1 having no way masc/fem/neut gen sg ἄνοδος 2 way up fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνόδους — ἄνοδος 1 having no way masc/fem acc pl ἄνοδος 2 way up fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνόδων — ἄνοδος 1 having no way masc/fem/neut gen pl ἄνοδος 2 way up fem gen pl ἀνόδων toothless masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνόδῳ — ἄνοδος 1 having no way masc/fem/neut dat sg ἄνοδος 2 way up fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄνοδοι — ἄνοδος 1 having no way masc/fem nom/voc pl ἄνοδος 2 way up fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»