Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἄνας

См. также в других словарях:

  • ἄνας — ἄνᾱς , ἄνα king fem acc pl ἄνᾱς , ἄνα king fem gen sg (doric aeolic) ἄνᾱς , ἄνη fulfilment fem acc pl ἄνᾱς , ἄνη fulfilment fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αόστα — (Aosta). Πόλη (34.000 κάτ. το 2002) της Ιταλίας στις δυτικές Άλπεις, χτισμένη στη συμβολή των ποταμών Ντόρα Μπάλτεα και Μπούτιερ. Η γεωγραφική της θέση μεταξύ της πεδιάδας του Πάδου και των αλπικών περιοχών, της παρείχε στρατηγική σημασία από… …   Dictionary of Greek

  • Φιλέ (-έζ) — Μικρό νησί στον Νείλο, στα νότια του Ασουάν. Έχει μήκος 460 μ. και πλάτος 150. Σήμερα λέγεται Αλ Κισρ (= Το φρούριο) ή Γκαζίρατ Ανάς αλ Ουγκούτ (= Νησί του Ανάς αλ Ουγκούτ) από ένα παραμύθι στις Χίλιες και μια νύχτες. Πολιούχοι του νησιού ήταν η… …   Dictionary of Greek

  • απηνής — ές (AM ἀπηνής) σκληρός, αμείλικτος. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Ο συσχετισμός του τ. με μια σειρά συνθέτων σε ηνής (πρβλ. πρανής κ. πρηνής, προσηνής, σαφηνής) δικαιολογεί ως α συνθετ. το από, δεν ορίζει όμως με βεβαιότητα το β συνθετικό η σύνδεση… …   Dictionary of Greek

  • θηβάνας — και θήβανις, ὁ (Α) (στη Λέσβο) ονομασία βορειοανατολικού ανέμου, ο καικίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < Θήβαι. Δυσερμήνευτη η κατάλ. άνας] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»