-
1 αδεα
I.II.дор. -
2 ηδυς
ἡδεῖα, ἡδύ, дор. ἁδύς (gen. ἡδέος, ἡδείας, ἡδέος)(эп. f тж. ἡδύς; дор. f тж. ἁδέα)
1) сладкий (в более широком смысле, чем γλυχύς), вкусный(δεῖπνον, οἶνος Hom.)
2) приятно пахнущий, душистый, ароматный(ὀδμή, ἀμβροσίη Hom.)
3) приятный для уха, ласкающий слух(ἀοιδή Hom.)
4) сладостный(ὕπνος Hom., Eur.; κοῖτος Hom.; ἐλπίς Pind.)
5) приятный, радостный(μῦθος Soph.)
ἡ. ἀκοῦσαι λόγος Plat. — приятная для слуха речь;αἴ κέ περ ὔμμι φίλον καὴ ἡδὺ γένοιτο Hom. — если (это) вам желательно и приятно6) дорогой, милый(ἀνήρ Soph.)
7) ирон. милый мой, в смысле наивный, простодушныйὦ ἥδιστε! Plat. — ах, милый ты мой! (ср. лат. dulcissime rerum!);
ὡς ἡ. εἶ! Plat. — какой же ты наивный!8) испытывающий радость, восхищенный, довольныйἡ. εἰμὴ ἀκούσας Dem. — я рад, что слышал
См. также в других словарях:
ἀδεᾶ — ἀδεής fearless neut nom/voc/acc pl (doric aeolic) ἀδεής fearless masc/fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁδέα — ἁ̱δέα , ἡδύς pleasant masc/fem acc sg (doric) ἁ̱δέα , ἡδύς pleasant neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic) ἁ̱δέᾱ , ἡδύς pleasant fem nom/voc/acc dual (epic doric ionic) ἁ̱δέα , ἡδύς pleasant fem nom/voc sg (epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἅδεα — ἅδος satiety neut nom/voc/acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εύφρων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ανδριαντοποιός από την Πάρο (5ος αι. π.Χ.). Η υπογραφή του είναι χαραγμένη σε βάθρο, το οποίο βρέθηκε στον Πειραιά. Το όνομά του είναι επίσης γραμμένο σε δύο βάθρα που βρέθηκαν στην Ακρόπολη. 2. Χαλκουργός (4ος αι.… … Dictionary of Greek
ηδύς — εία, ύ (Α ἡδύς, δωρ. τ. ἁδύς, εῑα, ύ, στον Όμ. το θηλ. και ἡδύς [μόνο μία φορά], ιων. θηλ. ἡδέα, δωρ. θηλ. ἁδέα) 1. γλυκός, ευχάριστος στις αισθήσεις, κυρίως στη γεύση, στην όσφρηση και στην ακοή («ἡδύ δεῑπνον», Ομ. Οδ.) 2. (κατ επέκτ. και για… … Dictionary of Greek
Ευρυδίκη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Μία από τις Δρυάδες νύμφες ή κόρη του Απόλλωνα, σύζυγος του κιθαρωδού Ορφέα. Η Ε. πέθανε από δάγκωμα φιδιού, αλλά ο απαρηγόρητος σύζυγός της κατόρθωσε με το τραγούδι του να συγκινήσει τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη, οι… … Dictionary of Greek