Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀττάραγος

См. также в других словарях:

  • αττάραγος — ἀττάραγος και χος, ο (Α) 1. ψίχουλο ψωμιού 2. κάτι το εξαιρετικά ασήμαντο …   Dictionary of Greek

  • ἀττάραγος — crumb masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτταράγους — ἀττάραγος crumb masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀτταράγων — ἀττάραγος crumb masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀττάραγοι — ἀττάραγος crumb masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀττάραγον — ἀττάραγος crumb masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»