Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀρχιδραγάτης

См. также в других словарях:

  • δραγατεύω — (Μ δραγατεύω) είμαι δραγάτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Μετονοματικό παράγωγο τού δραγάτης που δεν μαρτυρείται στην αρχ. Ελληνική παρά μόνο ως β συνθετικό στον τ. αρχιδραγάτης, ο δε τ. δεργάτης είναι τής τσακωνικής διαλέκτου. Ασαφής παραμένει η σχέση τών τύπων… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»