-
41 Αρετάν
-
42 Ἀρετάν
-
43 Αρετάς
-
44 Ἀρετάς
-
45 Αρέταν
-
46 Ἀρέταν
-
47 αρετάν
ἀρετάωthrive: pres part act masc voc sg (doric aeolic)ἀρετάωthrive: pres part act neut nom /voc /acc sg (doric aeolic)ἀρετάωthrive: pres part act masc nom sg (doric aeolic)ἀρετᾶ̱ν, ἀρετάωthrive: pres inf act (epic doric)ἀρετάωthrive: pres inf act (attic doric)ἀρετήgoodness: fem gen pl (doric aeolic) -
48 ἀρετᾶν
ἀρετάωthrive: pres part act masc voc sg (doric aeolic)ἀρετάωthrive: pres part act neut nom /voc /acc sg (doric aeolic)ἀρετάωthrive: pres part act masc nom sg (doric aeolic)ἀρετᾶ̱ν, ἀρετάωthrive: pres inf act (epic doric)ἀρετάωthrive: pres inf act (attic doric)ἀρετήgoodness: fem gen pl (doric aeolic) -
49 αρετάς
ἀρετᾶ̱ς, ἀρετάωthrive: pres ind act 2nd sg (doric aeolic)ἀρετήgoodness: fem gen sg (doric aeolic)——————ἀρετάωthrive: pres subj act 2nd sgἀρετάωthrive: pres ind act 2nd sg (epic doric aeolic) -
50 αρετάν
-
51 ἀρετάν
-
52 αρετάς
-
53 ἀρετάς
-
54 αρετάων
-
55 ἀρετάων
-
56 αρέτας
ἀ̱ρέτᾱς, ἀρετάωthrive: imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)ἀρέτᾱς, ἀρετάωthrive: imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) -
57 ἀρέτας
ἀ̱ρέτᾱς, ἀρετάωthrive: imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)ἀρέτᾱς, ἀρετάωthrive: imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) -
58 ἀείδω
ᾰείδω (ἀείδω, -ει; -ων; -ειν· impf. ᾰειδ(ε), ἄειδον: fut. med. pro act. ἀείσομαι, -εται codd.: aor. ἀεῖσαι: pass. ἀείδεται; -όμενον: impf. ᾰείδετο.)a sing abs. πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22ἀείσομαι χαίταν στεφάνοισι ἁρμόζων I. 7.39
χρύσεαι δἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες Pae. 8.71
b sing of, celebrate c. acc.ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.10
ἀγῶνα δ' ἐξαίρετον ἀεῖσαι θέμιτες ὦρσαν Διός O. 10.24
Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον O. 14.18
τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Hermann, Boeckh: ὁ σὸς ἀείσεται παῖ codd.: ἀείσεται, παῖ, ὁ σός Mommsen: locus non sanatus.) N. 4.90εἰ δὲ Θεμίστιον ἵκεις ὥστ' ἀείδειν, μηκέτι ῥίγει N. 5.50
γνώτ' ἀείδω θεῷ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται N. 10.31
οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12
τί κάλλιον ἢ βαθύζωνόν τε Λατὼ καὶ θοᾶν ἵππων ἐλάτειραν ἀεῖσαι; fr. 89a. 3. pass.σε ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας ἀειδόμενον P. 5.24
πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις θρέψαισα καὶ θοαῖς ὑπερτάτους ἥρωας ἐν μάχαις ( Αἴγινα sc.) P. 8.25παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κριθεὶς εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης N. 7.8
fig. ἀείδετο δὲ πὰν τέμενος τερπναῖσι θαλίαις was filled with the songs of O. 10.76 -
59 ἀείρω
ᾰείρω (aor. ειρε, ἀείραις: med. ραντο: pass. ἀείρεται: aor. ἀερθείς, -εῖσα, -έντα. ἀρόμαν v. ἄρνυμαι.)1 act. lift up τέλος δ' ἀείραις πρὸς στιβαρὰς ἐπάραξε πλευράς fr. 111. 3.2 med. win, gain cf. ἄρνυμαι, ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου (synizesin αε vidit Schroeder.) I. 6.603 pass. be lifted upa be exalted, extolledἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
εἴη μιν εὐφώνων πτερύγεσσιν ἀερθέντ' ἀγλααῖς Πιερίδων ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.64
σοφίᾳ γὰρ ἀείρεται πλει[ Pae. 14.40
λάμπει δὲ χρόνῳ ἔργα μετ' αἰθέῤ ἀερθέντ (Boeckh: λαμπευθέντα codd.) fr. 227. 3b be elatedνικῶντί γε χάριν, εἴ τι πέραν ἀερθεὶς ἀνέκραγον, οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75
4 in tmesis, ἀνὰ κάρα τ' ἄειρ[ε v.ἀναείρω Pae. 20.10
-
60 αἰθήρ
1 sky, heavena lit.ἐρήμας δἰ αἰθέρος O. 1.6
φαεννὸν ἐς αἰθέρα O. 7.67
αἰθέρος ψυχρῶν ἀπὸ κόλπων ἐρήμου (Schr.: ψυχρᾶς codd.) O. 13.88πίτναν τ' ἐς αἰθέρα χεῖρας ἁμᾶ N. 5.11
φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει, αἰθέρα κνισάεντι λακτίζοισα καπνῷ I. 4.66
b met.ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.42
λάμπει δὲ χρόνῳ ἔργα μετ' αἰθέῤ ἀερθέντα fr. 227. 3.c frag. ]φαεννὸς αἰθήρ[ Pae. 3.17
αἰθερ[ Pae. 7.11
См. также в других словарях:
Ἀρετά — Ἀρετά̱ , Ἀρετή fem nom/voc/acc dual Ἀρετά̱ , Ἀρετή fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρετά — ἀρετά̱ , ἀρετή goodness fem nom/voc/acc dual ἀρετά̱ , ἀρετή goodness fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρέτα — Ἀρέτᾱ , Ἀρέτας masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Ἀρέτᾱ , Ἀρέτας masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁρετά — ἀρετά̱ , ἀρετή goodness fem nom/voc/acc dual ἀρετά̱ , ἀρετή goodness fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρέτᾳ — Ἀρέτᾱͅ , Ἀρέτας masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρέτα — ἀ̱ρέτᾱ , ἀρετάω thrive imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀρέτᾱ , ἀρετάω thrive pres imperat act 2nd sg ἀρέτᾱ , ἀρετάω thrive imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁρέτα — ἀ̱ρέτᾱ , ἀρετάω thrive imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀρέτᾱ , ἀρετάω thrive pres imperat act 2nd sg ἐρέτᾱ , ἐρέτης rowers masc nom/voc/acc dual ἐρέτα , ἐρέτης rowers masc voc sg ἐρέτᾱ , ἐρέτης rowers masc gen sg (doric aeolic) ἐρέτα ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρετᾶ — ἀρετάω thrive pres subj act 1st sg (doric aeolic) ἀρετάω thrive pres ind act 1st sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρετᾷ — Ἀρετή fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρετᾷ — ἀρετάω thrive pres subj mp 2nd sg ἀρετάω thrive pres ind mp 2nd sg (epic doric aeolic) ἀρετάω thrive pres subj act 3rd sg ἀρετάω thrive pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) ἀρετή goodness fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τἀρετᾷ — ἀρετᾷ , ἀρετάω thrive pres subj mp 2nd sg ἀρετᾷ , ἀρετάω thrive pres ind mp 2nd sg (epic doric aeolic) ἀρετᾷ , ἀρετάω thrive pres subj act 3rd sg ἀρετᾷ , ἀρετάω thrive pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) ἀρετᾷ , ἀρετή goodness fem dat sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)