-
1 ἀργυρίς
ἀργυρίς, ίδος, ἡ, Silbergeschirr, bes. Becher, ἀγὼν ἀμφ' ἀργυρίδεσσι Pind. Ol. 9, 97; nach Ath. XI, 502 a bei den Athenern = ἀργυραῖ φιάλαι; übh. Becher, wie Anax. ib. 784 a ἐξ ἀργυρίδων χρυσῶν sagt; – Alexarchus bei Ath. III, 98 e nennt auch die Drachme ἀργυρίς.
-
2 αργυρίς
-
3 ἀργυρίς
-
4 αργυρις
-
5 ἀργυρίς
1 silver cup, vessel οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα πρεσβυτέρων ἀμφ ἀργυρίδεσσιν (ἀργύρειαι φιάλαι ἆθλα ἦσαν ἐν Μαραθῶνι ἐν τοῖς Ἡρακλείοις. Σ.) O. 9.90 -
6 ἀργυρίς
ἀργυρίς, Silbergeschirr, bes. Becher; übh. Becher -
7 ἀργυρίς
A silver cup or vessel, Pi.O.9.90, Pherecr.129, IG 1.127.16, SIG2588.142 (Delos, ii B.C.), Ath. 11.502a.II = δραχμή, Heraclid.Lemb.5.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀργυρίς
-
8 αργυρίδα
-
9 ἀργυρίδα
-
10 αργυρίδας
-
11 ἀργυρίδας
-
12 αργυρίδες
-
13 ἀργυρίδες
-
14 αργυρίδεσσι
-
15 ἀργυρίδεσσι
-
16 αργυρίδεσσιν
-
17 ἀργυρίδεσσιν
-
18 αργυρίδος
-
19 ἀργυρίδος
-
20 αργυρίδων
- 1
- 2
См. также в других словарях:
αργυρίς — ἀργυρίς, η (Α) [άργυρος] 1. αργυρό ποτήρι ή φιάλη 2. (γενικά) ποτήρι 3. η δραχμή … Dictionary of Greek
ἀργυρίς — ἀργῡρίς , ἀργυρίς silver cup fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άργυρος — Νεομάρτυρας και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Επανομή της Θεσσαλονίκης. Θανατώθηκε από τους γενίτσαρους, επειδή αρνήθηκε να γίνει εξωμότης, το 1806. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Μαΐου. * * * ο (AM ἄργυρος) λευκό πολύτιμο… … Dictionary of Greek
ἀργυρίδα — ἀργῡρίδα , ἀργυρίς silver cup fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδας — ἀργῡρίδας , ἀργυρίς silver cup fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδες — ἀργῡρίδες , ἀργυρίς silver cup fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδεσσι — ἀργῡρίδεσσι , ἀργυρίς silver cup fem dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδεσσιν — ἀργῡρίδεσσιν , ἀργυρίς silver cup fem dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδος — ἀργῡρίδος , ἀργυρίς silver cup fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίδων — ἀργῡρίδων , ἀργυρίς silver cup fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀργυρίσιν — ἀργῡρίσιν , ἀργυρίς silver cup fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)