Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

δραχμή

См. также в других словарях:

  • δραχμῇ — δραχμή as much as one can hold in the hand fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμή — as much as one can hold in the hand fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμή — Αργυρό νόμισμα που αποτελούσε τη βάση του νομισματικού συστήματος στην αρχαία Ελλάδα. Δ. έκοβαν οι πόλεις της κυρίως Ελλάδας και οι ελληνικές αποικίες από το δεύτερο μισό του 7ου αι. π.Χ. Το βάρος της διέφερε ανάλογα με το σύστημα σταθμών που… …   Dictionary of Greek

  • δραχμή — η 1. η νομισματική μονάδα της Ελλάδας πριν την καθιέρωση του ευρώ. 2. αρχαίο νόμισμα ίσο με το 1/100 της μνας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μεταλλική δραχμή — Βλ. λ. δραχμή …   Dictionary of Greek

  • δραχμαῖν — δραχμή as much as one can hold in the hand fem gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμαῖς — δραχμή as much as one can hold in the hand fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμαῖσιν — δραχμή as much as one can hold in the hand fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμαί — δραχμή as much as one can hold in the hand fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμῆς — δραχμή as much as one can hold in the hand fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δραχμῇσι — δραχμή as much as one can hold in the hand fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»