Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἀργι-όδους

См. также в других словарях:

  • αργι- — με τη μορφή αργι εμφανίζεται ως α συνθετικό αρχαίων σύνθετων λέξεων το ομηρ. επίθετο αργός* (Ι), κυρίως με τη σημασία «στιλπνός, λαμπρός» (πρβλ. αργικέραυνος) αλλά και με τη σημασία «ταχύς, γρήγορος» (πρβλ. αργίπους). Εντύπωση στη σύνθεση… …   Dictionary of Greek

  • αργιόδους — ἀργιόδους κ. ἀργιόδων ( οντος), ο, η (Α) αυτός που έχει λευκά, αστραφτερά δόντια. [ΕΤΥΜΟΛ. αργιόδους < αργι * + οδους < οδούς ( όντος) (πρβλ. αραιόδους, μεγαλόδους κ.ά.) και αργιόδων < αργι * + οδων < οδών, ( όντος) (πρβλ. καρχαρόδων …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»