Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

ἀπραγμόνως

См. также в других словарях:

  • ἀπραγμόνως — ἀπρᾱγμόνως , ἀπράγμων free from business adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απράγμων — κ. γμονας (Α ἀπράγμων, ον) [πράττω] αυτός που δεν έχει καμία ασχολία, αδρανής αρχ. 1. (για πρόσωπα) αυτός που δεν αναμιγνύεται στα πολιτικά 2. (για τόπο) αυτός που δεν έχει νόμους και δικαστήρια 3. (για πράγματα) αυτός που δεν προξενεί ενόχληση… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»