-
1 αποφαντος
-
2 αποφάντος
-
3 ἀποφάντος
-
4 ἀπόφαντος
ἀπόφαν-τος, ον,A declared, asserted,λεκτὸν αὐτοτελὲς ἀ. Chrysipp.Stoic.2.62
;σχῆμα διηγήματος Hermog.Prog.2
; χρεῖαι ib.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπόφαντος
-
5 ἀπόφαντος
ἀπό-φαντος, behauptet, als Satz aufgestellt -
6 απόφαντον
-
7 ἀπόφαντον
-
8 κατά-φαντος
κατά-φαντος, oder richtiger καταφαντός, zu bejahen, Ggstz von ἀποφαντός, Suid.; D. L. 7, 65.
-
9 καταφαντός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταφαντός
-
10 κατάφαντος
κατά-φαντος, zu bejahen, Ggstz von ἀποφαντός
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский