-
1 αποκαταστατικός
-
2 ἀποκαταστατικός
-
3 ἀποκαταστατικός
A bringing back to a point,σελήνης Ph.1.24
;χρόνος Gem.18.17
; μοῖρα Vett. Val.213.27; ἀ. ἀριθμοί recurrent, in which the last digit is id. 'ical in all powers, Nicom.Ar.2.17;πᾶσα περίοδος τῶν ἀϊδίων-κή Procl.Inst. 199
;ἀ. βίος Herm. in Phdr.p.152A.
; ἀ. διάλαμψις, of star positions at the nativity of the terrestrial universe, Paul.Al.T.1.II for restitution, POxy.144.9 (vi A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποκαταστατικός
-
4 αποκαταστατικών
ἀποκαταστατικόςbringing back: fem gen plἀποκαταστατικόςbringing back: masc /neut gen pl -
5 ἀποκαταστατικῶν
ἀποκαταστατικόςbringing back: fem gen plἀποκαταστατικόςbringing back: masc /neut gen pl -
6 αποκαταστατικόν
ἀποκαταστατικόςbringing back: masc acc sgἀποκαταστατικόςbringing back: neut nom /voc /acc sg -
7 ἀποκαταστατικόν
ἀποκαταστατικόςbringing back: masc acc sgἀποκαταστατικόςbringing back: neut nom /voc /acc sg -
8 αποκαταστατική
-
9 ἀποκαταστατικῇ
-
10 αποκαταστατικής
-
11 ἀποκαταστατικῆς
-
12 αποκαταστατικοίς
-
13 ἀποκαταστατικοῖς
-
14 αποκαταστατικού
-
15 ἀποκαταστατικοῦ
-
16 αποκαταστατικοί
-
17 ἀποκαταστατικοί
-
18 αποκαταστατικούς
-
19 ἀποκαταστατικούς
-
20 αποκαταστατικώ
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἀποκαταστατικός — bringing back masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποκαταστατικός — ή, ό (Α ἀποκαταστατικός, ή, όν) 1. ο σχετικός με την αποκατάσταση 2. αστρον. αυτός που επανεμφανίζεται περιοδικά στον ουρανό … Dictionary of Greek
ἀποκαταστατικῶν — ἀποκαταστατικός bringing back fem gen pl ἀποκαταστατικός bringing back masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικόν — ἀποκαταστατικός bringing back masc acc sg ἀποκαταστατικός bringing back neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικοῖς — ἀποκαταστατικός bringing back masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικοί — ἀποκαταστατικός bringing back masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικοῦ — ἀποκαταστατικός bringing back masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικούς — ἀποκαταστατικός bringing back masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικῆς — ἀποκαταστατικός bringing back fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατικῇ — ἀποκαταστατικός bringing back fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκαταστατική — ἀποκαταστατικός bringing back fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)