Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

ἀποκαραδοκία

См. также в других словарях:

  • αποκαραδοκία — ἀποκαραδοκία, η (AM) εναγώνια προσδοκία …   Dictionary of Greek

  • ἀποκαραδοκία — ἀποκαρᾱδοκίᾱ , ἀποκαραδοκία earnest expectation fem nom/voc/acc dual ἀποκαρᾱδοκίᾱ , ἀποκαραδοκία earnest expectation fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκαραδοκίᾳ — ἀποκαρᾱδοκίαι , ἀποκαραδοκία earnest expectation fem nom/voc pl ἀποκαρᾱδοκίᾱͅ , ἀποκαραδοκία earnest expectation fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποκαραδοκίαν — ἀποκαρᾱδοκίᾱν , ἀποκαραδοκία earnest expectation fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»