Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀπλήστου

См. также в других словарях:

  • ἀπλήστου — ἄπληστος insatiate masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναφώνηση — Στη ρητορική ονομάζεται έτσι το σχήμα αψιθυμίας με το οποίο o ομιλητής εκφράζει διάφορα έντονα ψυχικά συναισθήματα (χαρά, λύπη, φόβος, οργή, προσδοκία κλπ.). Ο λόγος στην α. εκφέρεται ερωτηματικά ή θαυμαστικά με γρήγορη επανάληψη λέξεων ή φράσεων …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»