Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀπειλημένος

См. также в других словарях:

  • ἀπειλημένος — ἀ̱πειλημένος , ἀπειλέω keep away perf part mp masc nom sg (doric aeolic) ἀπειλέω 1 keep away perf part mp masc nom sg ἀ̱πειλημένος , ἀπειλέω 2 hold out perf part mp masc nom sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απειλούμαι — απειλούμαι, απειλήθηκα, απειλημένος βλ. πίν. 74 Σημειώσεις: απειλούμαι : στον απλό προφορικό λόγο απαντάται και η κλίση κατά το αγαπιέμαι (βλ. πίν. 59 ), κυρίως στον παρατατικό (απειλιόμουν) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ԱՆՍՊԱՌ — (ի, աւ.) NBH 1 0237 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 8c, 9c, 10c, 11c, 12c ա. ἁπέραντος, ἁτέρμων, ἁπειλήμενος , διαρκής, ἁδιάλειπτος infinitus, termino carens, immensus, indeficiens Ոյր չիք սպառումն կամ սպառուած.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»