Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

ἀνειμένη

См. также в других словарях:

  • ἀνειμένη — ἀνίημι send up perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνειμένῃ — ἀνίημι send up perf part mp fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνειμένηι — ἀνειμένῃ , ἀνίημι send up perf part mp fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανειμένος — η, ο (AM ἀνειμένος, η, ον) 1. άτονος, χαλαρός «ανειμένη φωνή» 2. έκλυτος «ανειμένα ήθη» 3. (επίρρ, νως) α) ράθυμα, αφρόντιστα β) άνετα, ξεκούραστα γ) ελεύθερα, αχαλίνωτα δ) αρχ. με παρρησία. [ΕΤΥΜΟΛ. Επιθετικοποιημένη μτχ. παθ. πρκμ. του ανίημι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»