-
1 αναπληρωσις
- εως ἥ1) пополнение, восполнение(τῆς ἐνδείας Arst.)
2) удовлетворение(τῆς ἐπιθυμίας Arst.; τῆς ὀργῆς Plut.)
-
2 ενδεια
ἥ1) недостаток, нехватка, недостача(ὑπερβολή τε καὴ ἔ. Plat., Arst.; τῶν σιτίων πληρώσεις ἢ ἔνδειαι Arst.; δι΄ ἔνδειαν χρημάτων Dem.)
2) нужда, бедность(μηδὲν αἰσχρὸν ποιῆσαι δι΄ ἔνδειαν Dem.)
3) надобность, потребность4) грам. опущение буквы (напр., αἶα вместо γαῖα)
См. также в других словарях:
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek