Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀνέγειρα

См. также в других словарях:

  • ἀνέγειρα — ἀνεγείρω wake up aor ind act 1st sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνεγείρας — ἀνεγείρᾱς , ἀνεγείρω wake up aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνεγείρασα — ἀνεγείρᾱσα , ἀνεγείρω wake up aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνεγείρασαι — ἀνεγείρᾱσαι , ἀνεγείρω wake up aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανάγειρτος — η, ο και τός, ή, ό [αναγέρνω] 1. ο ξαπλωμένος ύπτια, αναποδογυρισμένος, ανάσκελος 2. αυτός που κλίνει, που γέρνει ελαφρά, επικλινής, γειρτός. [ΕΤΥΜΟΛ. < αναγέρνω όπως και το ρημ. επίθ. γειρτός (αντί του εσφαλμ. γυρτός) τού γέρνω, παράγεται από …   Dictionary of Greek

  • ανεγείρω — ανεγείρω, ανήγειρα και ανέγειρα βλ. πίν. 143 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἀνέγειρ' — ἀνέγειρε , ἀνεγείρω wake up pres imperat act 2nd sg ἀνέγειραι , ἀνεγείρω wake up aor imperat mid 2nd sg ἀνέγειρα , ἀνεγείρω wake up aor ind act 1st sg (homeric ionic) ἀνέγειρε , ἀνεγείρω wake up aor ind act 3rd sg (homeric ionic) ἀνέγειρε ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»