Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀμύκλαι

См. также в других словарях:

  • Ἀμύκλαι — Amyclean fem nom/voc pl Ἀμύκλᾱͅ , Ἀμύκλης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αμύκλαι — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Σπουδαίος αρχαίος οικισμός, 5 χλμ. νότια της Σπάρτης. Κατοικήθηκε γύρω στο 2000 π.Χ. και παρουσίασε εξαιρετική άνθηση στην ύστερη φάση της μυκηναϊκής περιόδου. Από τότε φαίνεται πως είχε καθιερωθεί η λατρεία του… …   Dictionary of Greek

  • Ἀμύκλᾳ — Ἀμύκλαι , Ἀμύκλαι Amyclean fem nom/voc pl Ἀμύκλᾱͅ , Ἀμύκλης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίοιο — Ἀμυκλαί̱οιο , Ἀμυκλαῖον neut gen sg (epic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut gen sg (epic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίοισι — Ἀμυκλαί̱οισι , Ἀμυκλαῖον neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίοισιν — Ἀμυκλαί̱οισιν , Ἀμυκλαῖον neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἀμυκλαῖος Amyclean masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίου — Ἀμυκλαί̱ου , Ἀμυκλαῖον neut gen sg Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut gen sg Ἀμυκλαῖος Amyclean masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίων — Ἀμυκλαί̱ων , Ἀμυκλαῖον neut gen pl Ἀμυκλαῖος Amyclean fem gen pl Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut gen pl Ἀμυκλαῖος Amyclean masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλαίῳ — Ἀμυκλαί̱ῳ , Ἀμυκλαῖον neut dat sg Ἀμυκλαῖος Amyclean masc/neut dat sg Ἀμυκλαῖος Amyclean masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμυκλῶν — Ἀμύκλαι Amyclean fem gen pl Ἀμύκλης masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμύκλαις — Ἀμύκλαι Amyclean fem dat pl Ἀμύκλης masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»