Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀμφί-(ρ)ρῠτος

См. также в других словарях:

  • αμφίρ(ρ)υτος — ἀμφίρ(ρ)υτος, η, ον και ος, ον (Α) περίβρεχτος, ζωσμένος από θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι * + ρυτος < ρέω] …   Dictionary of Greek

  • κατάρρυτος — η, ο (Α κατάρρυτος, και κατάρυτος, ον) αυτός που διαρρέεται από πολλά νερά, αυτός που ποτίζεται άφθονα (α. «κατάρρυτος αγρός» β. «γῆ ἔνδροσός τε καὶ κατάρρυτος», Αιλ.) αρχ. 1. αυτός που ρέει προς τα κάτω 2. αυτός που έχει κατακλυστεί από νερά 3.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»