-
1 ἀγροικεύομαι
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγροικεύομαι
-
2 ἀγροικηρός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγροικηρός
-
3 ἀγροικία
ἀγροικ-ία, ἡ,II the country, Herod.1.2, Inscr.Magn. 8, SIG344.100 ([place name] Teos), Muson.Fr.11p.60H., Plu.2.519a, Longus 1.13, Aristid.Or.47(23).45; pl., Plu.2.311b.III in pl., countryhouses, D.S.20.8, Nymphod.12, M.Ant.4.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγροικία
-
4 ἀγροικίζομαι
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγροικίζομαι
-
5 ἀγροικικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγροικικός
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий