-
1 αέσαι
-
2 ἀέσαι
-
3 ἄεσα
-
4 ἀέσκω
-
5 ἄεσα
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἄεσα
См. также в других словарях:
ἀέσαι — ἄεσα aor inf act (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)