-
1 χθεσινος
-
2 χθεσινός
-
3 χθεσινός
χθεσινόςmasc nom sg -
4 χθεσινός
A = χθιζός, κραιπάλη Luc.Laps.1 (wrongly given as [dialect] Att. by Phryn.295, PS p.127 B.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χθεσινός
-
5 χθεσινός
χθεσινός, gestrig, von gestern -
6 χθεσινός
-
7 χθεσινός
[хтэсинос] επ вчерашний. -
8 προ-χθεσινός
προ-χθεσινός, vorgestrig, E. M. v. πρῷζον.
-
9 χθεσινά
χθεσινόςneut nom /voc /acc plχθεσινά̱, χθεσινόςfem nom /voc /acc dualχθεσινά̱, χθεσινόςfem nom /voc sg (doric aeolic) -
10 χθεσινόν
χθεσινόςmasc acc sgχθεσινόςneut nom /voc /acc sg -
11 χθεσινοί
χθεσινόςmasc nom /voc pl -
12 χθεσινή
χθεσινόςfem nom /voc sg (attic epic ionic) -
13 χθεσινήν
χθεσινόςfem acc sg (attic epic ionic) -
14 χθιζός
χθιζός, ion. u. poet. statt χϑεσινός (vgl. Lob. Phryn. 323), gestrig, am gestrigen Tage; ὁ χϑ. πόνος Her. 1, 126; gew. die Stelle des adv. vertretend, χϑιζὸς ἔβη, er ging gestern, Il. 1, 424; ὃ χϑιζὸς ϑεὸς ἤλυϑες Od. 2, 262; χϑιζὸς ἐεικοστῷ φύγον ἤματι οἴνοπα πόντον 6, 170; öfters eben so auch χϑιζόν, Il. 19, 195 Od. 4, 656; τὸ χϑιζόν Il. 13, 745; χϑιζά, in der Vrbdg χϑιζά τε καὶ πρώϊζα, gestern und vorgestern, d. i. jüngst, nur eben erst, wie χϑὲς καὶ πρώην, 2, 303; vgl. Plat. Alc. II, 141 d.
-
15 χθιζινός
-
16 ἐχθεσινός
-
17 χθεσινή
-
18 χθεσινῇ
-
19 χθεσινής
-
20 χθεσινῆς
- 1
- 2
См. также в других словарях:
χθεσινός — χθεσινός, ή, ό και χτεσινός, ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη χτεσινή ημέρα, αυτός που έγινε χτες: Αυτό το φαΐ είναι χθεσινό. 2. πρόσφατος, του τελευταίου καιρού: Αυτό είναι χτεσινό παιδί … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χθεσινός — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινός — ή, ό / χθεσινός, ή, όν, ΝΜΑ, και χτεσινός Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην προηγούμενη ημέρα, που έγινε ή συνέβη χθες (α. «η χθεσινή γιορτή» β. «τῇ χθεσινῇ τραπέζῃ», Ιωάνν. Χρυσ.) νεοελλ. συνεκδ. πρόσφατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < χθές + κατάλ. ινός… … Dictionary of Greek
χθεσινά — χθεσινός neut nom/voc/acc pl χθεσινά̱ , χθεσινός fem nom/voc/acc dual χθεσινά̱ , χθεσινός fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινόν — χθεσινός masc acc sg χθεσινός neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινοί — χθεσινός masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινοῦ — χθεσινός masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινῆς — χθεσινός fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινῇ — χθεσινός fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινή — χθεσινός fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χθεσινήν — χθεσινός fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)