Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

χθονο-στῐβής

См. также в других словарях:

  • ηλιοστιβής — ἡλιοστιβής, ές (Α) αυτός που πατιέται από το άρμα τού ήλιου, που φωτίζεται από τον ήλιο, ο ηλιοφώτιστος («ἡλιοστιβεῑς ἀνατολαί», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο * + στιβης (< στείβω «πατώ»). Τ. που εμφανίζει τη μηδενισμένη βαθμίδα στιβ τής ρίζας… …   Dictionary of Greek

  • θεοστιβής — θεοστιβής, ές (AM) αυτός πάνω στον οποίο βάδισε ο θεός. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + στιβής (< στίβος < στείβω «πατώ»), πρβλ. πεδο στιβής, χθονο στιβής] …   Dictionary of Greek

  • πλανοστιβής — ές, Α (για τόπους, χώρες) αυτός τον οποίο πατούν περιπλανώμενοι άνθρωποι («βεβῶντ ἄν ἀεὶ τὴν πλανοστιβῆ χθόνα», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πλάνος (< πλανῶμαι) + στιβής (< στίβος < στείβω «πατώ»), πρβλ. νιφο στιβής, χθονο στιβής] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»