Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

χεδρόπων

См. также в других словарях:

  • χεδρόπων — χεδροπά leguminous fruits neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραγωνόλοβος — ο, Ν γένος ποωδών χεδροπών φυτών …   Dictionary of Greek

  • ψωραλέα — (psoralea). Γένος αγγειόσπερμων δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των ψυχανθών, της τάξης των χεδροπών. Περιλαμβάνει γύρω στα 120 είδη των εύκρατων και τροπικών περιοχών του βορείου κυρίως ημισφαιρίου. Πρόκειται για πόες, θάμνους ή φρύγανα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»