Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

φρῶ

См. также в других словарях:

  • φρῶ — φράζω point out fut ind act 1st sg (attic epic ionic) φρέω pres subj act 1st sg (attic epic doric) φρέω pres ind act 1st sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πίφρημι — Α (αμάρτυρος τ. ενεστ.) 1. (μτβ.) εισάγω ή εξάγω κάτι 2. (αμτβ.) εισέρχομαι ή εξέρχομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. απαντά συνήθως στον αόρ. και μέλλ., σπανίως στον ενεστ. (πρβλ. απρμφ. πιφράναι, ἐσ πιφράναι) και πάντοτε σύνθ. με προθέσεις: εἰς, ἐκ, διά, ἀπὸ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»