Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φορμός

См. также в других словарях:

  • φορμός — basket for carrying masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φόρμος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμός — ὁ, Α 1. πλεκτό σκεύος, κατάλληλο κυρίως για τη μεταφορά σιτηρών 2. πλεκτό κάλυμμα ή στρώμα, ψάθα 3. ναυτικό ένδυμα από χοντρό πλεκτό ύφασμα 4. μονάδα μέτρησης σιτηρών, ισοδύναμη σχεδόν με τον μέδιμνο 5. δέσμη ξύλων, δεμάτι 6. κόσκινο, κρησάρα 7.… …   Dictionary of Greek

  • φορμοῖς — φορμός basket for carrying masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμοί — φορμός basket for carrying masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμοῦ — φορμός basket for carrying masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμούς — φορμός basket for carrying masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμῶν — φορμός basket for carrying masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμῷ — φορμός basket for carrying masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορμόν — φορμός basket for carrying masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φόρμοι — Φόρμος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»