-
1 φιλοκονίμων
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φιλοκονίμων
-
2 φοινικείμων
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φοινικείμων
См. также в других словарях:
φιλοκονίμων — ονος, ὁ, ἡ, Α αυτός που χαίρεται να κυλιέται στη σκόνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κόνις «σκόνη» + κατάλ. μων (πρβλ. νοή μων)] … Dictionary of Greek