-
1 υιοίς
υἱόςhuihus: masc dat plυἱόωmake into a son: pres opt act 2nd sgυἱόωmake into a son: pres subj act 2nd sgυἱόωmake into a son: pres ind act 2nd sg -
2 υἱοῖς
υἱόςhuihus: masc dat plυἱόωmake into a son: pres opt act 2nd sgυἱόωmake into a son: pres subj act 2nd sgυἱόωmake into a son: pres ind act 2nd sg -
3 υἱοῖς
сыновьямсыновьях [к] сыновьямΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > υἱοῖς
-
4 υἱός
a son υἱὲ Ταντάλου (Pelops) O. 1.36προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν O. 1.65
τέκε λαγέτας ἓξ ἀρεταῖσι μεμαότας υἱούς (sons of Pelops) O. 1.89 ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱός (Oidipous) O. 2.38υἱῶν, Ψαῦμι, παρισταμένων O. 5.23
Σωστράτου υἱός (Hagesias) O. 6.9 εὐφράνθη τε ἰδὼν ἥρως θετὸν υἱὸν (Opous) O. 9.62 υἱὸν δ' Ἄκτορος ἐξόχως τίμασεν (Menoitios) O. 9.69 Διὸς ἄλκιμος υἱός (Herakles) O. 10.45 υἱὲ Φιλάνορος (Ergoteles) O. 12.13τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος Πάγασον O. 13.63
ὄφρ' υἱὸν εἴπῃς ὅτι οἱ νέαν ἐστεφάνωσε κυδίμων ἀέθλων πτεροῖσι χαίταν (Asopichos) O. 14.22 Ποιάντος υἱὸν τοξόταν (Philoktetes) P. 1.53 ἁγητὴρ ἀνήρ, υἱῷ τ' ἐπιτελλόμενος (Deinomenes) P. 1.70 “ Εὔφαμος υἱὸς ἱππάρχου Ποσειδάωνος ἄναξ” P. 4.45 ὦ μάκαρ υἱὲ Πολυμνάστου (Battos) P. 4.59 Κρονίδαο Ζηνὸς υἱοὶ τρεῖς (Herakles, Kastor, Polydeukes) P. 4.171 διδύμους υἱούς (Echion, Erytos) P. 4.178 Ἀελίου θαυμαστὸς υἱὸς (Aietes) P. 4.241 Φιλύρας υἱὸν (Cheiron) P. 6.22 λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο Κίρραθεν ἐστεφανωμένον υἱὸν (Aristomenes) P. 8.20 “ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ” (Aigialeus) P. 8.53 Καρνειάδα υἱὸς (Telesikrates) P. 9.72 τέκε Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν (Iphikles, Herakles) P. 9.86ἄφωνοί θ' ὡς ἕκασται φίλτατον παρθενικαὶ πόσιν ἢ υἱὸν εὔχοντ, ὦ Τελεσίκρατες, ἔμμεν P. 9.100
καὶ ζώων ἔτι νεαρὸν κατ' αἶσαν υἱὸν ἴδῃ τυχόντα στεφάνων Πυθίων (Hippokleas) P. 10.26Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν P. 11.62
υἱὸς Δανάας (Perseus) P. 12.17 εἶδε γὰρ ἐκνόμιον λῆμά τε καὶ δύναμιν υἱοῦ (Herakles) N. 1.58 [θαμά κε τῷδε μέλει κλιθείς, υἱὸν κελάδησε καλλίνικον (Bergk: ὕμνον codd.) N. 4.16]Λάμπωνος υἱὸς Πυθέας εὐρυσθενὴς N. 5.4
Ἐνδαίδος ἀριγνῶτες υἱοὶ (Peleus, Telamon) N. 5.12 ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο (W. Schulze: υἱῶν codd.: Sokleidas) N. 6.22 φαεννᾶς υἱὸν Ἀόος (Memmon) N. 6.52 ἔβλαστεν δ' υἱὸς Οἰνώνας βασιλεὺς (Aiakos) N. 8.7 Τελαμῶνος υἱόν (Aias) N. 8.23 “ ἐσσί μοι υἱός” (Zeus speaks to Polydeukes) N. 10.80ἄμμι δ' ἔοικε Κρόνου σεισίχθον υἱὸν κελαδῆσαι I. 1.52
ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας (Herakles) I. 4.55ὀκτὼ θανόντων, τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς I. 4.64
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς τάνδ ἐς εὔνομον πόλιν (Pytheas, Phylakidas) I. 5.21υἱοῖσί τε φράζων παραινεῖ I. 6.68
( Αἰακός)τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες υἱέων τ ἀρηίφιλοι παῖδες ἀνορέᾳ I. 8.25
“ υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” (Achilles) I. 8.36 Πασιφάας λτ;σὺνγτ; υἱ[οῖ]σι (G-H: υἱ[ες]σι(ν) alii metr. gr.) Πα.. 3. Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα ὑμνήσω Παρθ. 2. 1. υἱὸν Ἁγησίλα (Theoxenos) fr. 123. 15. υἱὸν Οἰάγρου δὲ Ὀρφέα Θρ. 3. 11. Ἐνυαλίου ἔκπαγλον υἱὸν (Diomedes) fr. 169. 13. Σθενέλοιό μιν υἱὸς (Eurystheus) fr. 169. 45. Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ fr. 172. 3. φὰν δ' ἔμμεναι Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος (Peirithoos, Theseus) fr. 243. Ἀλέρας υἱόν Tityos fr. 294. father not indicated, λόγου φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Οἰκλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο παρμένοντας αἰχμᾷ (i. e. the Epigoni, including Amphiareus' own son Alkmaion) P. 8.40]υἱὸν ἔτι τέξει Pae. 10.21
]εοσυιοντα[ P. Oxy. 2442, fr. 35. ] Διὸς υἱόν P. Oxy. 2622, fr. 1. 15, ad ?fr. 346.b descendantσφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν τ' Ἀρκεσίλᾳ P. 5.102
c met. αἰνήσαις ἓ καὶ υἱόν (αὐτὴν τὴν Ὀποῦντα καὶ τὸν υἱὸν δὲ αὐτῆς τὸν Ἐφάρμοστον Σ.) O. 9.14 -
5 κλαῦμα
κλαῦμα, τό, das Weinen, Klagen, nur im plur.; κλαυμάτων πηγαί Aesch. Ag. 861; κλαυμὰτων λήξασα τῶνδε Pers. 691; τοῖσιν ἄγουσιν κλαύμαϑ' ὑπάρξει Soph. Ant. 923; κλαύματα ἐμβάλλειν τινί Ar. Par 248, Klagen verursachen; κλαυμάτων ἄξια Andoc. 4, 38; κλαύμασι καὶ πατέρες υἱοῖς σωφροσύνην μηχανῶνται, durch Strafe, die Weinen hervorruft, Xen. Cyr. 2, 2, 14.
-
6 μή-τι
μή-τι, gen. μήτινος (s. μή), daß nicht Einer, damit Keiner, wie μή beim Verbot u. beim negativen Wunsch, nach Absichtspartikeln u. den Verbis des Fürchtens u. in Conditionalsätzen; μήτις ἔτι πρόφρων ἔστω, Od. 2, 230; μήτις ἀκουσάτω, 16, 301; μήτις μοι νεμεσήσεται (ich fürchte), daß nur keiner mich tadle, Il. 17, 93, öfter; τοὺς δ' ἕν τι ποιεῖν, τοὺς δὲ μήτι δρᾶν λέγων, Aesch. Suppl. 546; ὅπως με μήτις ὄψεται βροτῶν, Soph. Trach. 797, vgl. 573; wird auch oft getrennt geschrieben, wo dann auch wohl ein Wort dazwischen treten kann. – Bes. häufig ist μήτι adverbial, nicht in Etwas, d. i. ja nicht etwa, keinesweges; ὁππότε κεν ἐξαλαπάξαι ἐϑέλω – μήτι διατρίβειν τὸν ἐμὸν χόλον, inf. für den imperat., Il. 4, 42, wie 5, 130; οὐδὲ γὰρ αὐτῷ ὕπνος ἐπὶ βλεφάροισιν ἐφίζανε, μήτι πάϑοιεν, daß sie ja nicht Etwas erlitten, 10, 26, öfter; μήτι μακιστῆρα μῦϑον, ἀλλὰ σύντομον λέγων εἰπέ, Aesch. Pers. 684; Folgde; auch in der Frage, μή τι, direct u. indirect, ob etwa, s. μή. – Später auch μή τί γε u. μή τι δή γε, geschweige denn, viel weniger; ὑπὸ τῶν παίδων παροξυνομένους, μή τι δὴ ὑπό γε τῶν φίλων, Plat. Epist. IV, 321 a, vgl. Demod. 383 d; οὐκ ἔνι αὐτῷ ἀργοῦντι οὐδὲ τοῖς φίλοις ἐπιτάττειν ὑπὲρ ἑαυτοῦ τι ποιεῖν, μή τί γε τοῖς ϑεοῖς, nicht einmal den Freunden, geschweige den Göttern, Dem. 2, 23, öfter; so auch Plut. de educ. lib. 20, οὐδὲ τοῖς δούλοις παῤῥησίαν ἄγουσιν ἐπιτιμᾶν, μή τί γε δὴ τοῖς υἱοῖς, wo μή τοι f. L. ist.
-
7 ἐγ-γυάω
ἐγ-γυάω (ἔγγυος), fut. ἐγγυήσω; das augm. ἠγγύησα, Eur. I. A. 703, vgl. Buttm. gr. Gramm., bei Bekker ἠγγυήκει Is. 3, 58; aber auch ἐνεγύησεν, 3, 36; ἐγγεγυηκώς, 40; ἐνεγεγύητο, 55; ἐνεγύα, Dem. 41, 6; u. so gew. in den Rednern; vgl. auch die compp. διεγ., ἐξεγ., παρεγ.; – eigtl. als Pfand einhändigen, verpfänden; B. A. p. 187 wird erkl. ἐγγυῆσαι ὅταν τις κρινόμενος παράσχῃ δοῠλον ἀνϑ' ἑαυτοῦ τιμωρηϑῆναι; dah. – a) ϑυγατέρα τινί, verloben; Her. 6, 130; Eur. I. A. 7031 ἐγγεγυηκέναι, Dem. 59, 53; auch im pass., vom Manne, verlobt sein, Her. 6, 130; ϑυγατρὶ ἐγγεγυημένος Plat. Legg. XI, 925 d; ἐγγυᾶται ὁ πατὴρ τὴν μητέρα τὴν ἐμὴν παρὰ τοῠ ἀδελφοῠ αὐτῆς Dem. 57, 41, er wird mit der Mutter von Seiten ihres Bruders verlobt; seltener von den Frauen, ἐγγυᾶσϑαι δεῖ τοῖς υἱοῖς γυναῖκας Plut. de educ. lib. 19. – b) Med., sich verbürgen, Bürgschaft leisten; δειλαὶ δειλῶν ἐγγύαι ἐγγυάασϑαι, schlecht ist's, für Schlechte sich verbürgen, Od. 8, 351; ἐγγύην ἐγγυᾶσϑαι Plat. Legg. XII, 953 e; πρὸς τοὺς δικαστάς Phaed. 115 d; ἐγγυάσομαι μή μιν ἀφίξεσϑαι Pind. Ol. 10, 16; ἠγγυᾶτο μηδὲν αὐτοὺς κακὸν πείσεσϑαι Xen. An. 7, 4, 13; Hall. 7, 4, 38; Folgde; – τινά, für Jemanden; ἐγγυήσασϑέ με Plat. Phaed. 115 d; Legg. IX, 835 b; Is. 5, 25, u. öfter bei den Rednern u. bei Sp., wie Pol. 6, 17, 4; auch τινά τινι, für Jemanden bei Einem, Dem. 33, 28; von Sachen, τὸ μέλλον, sich für die Zukunft verbürgen, Dem. 18, 191 u. Sp. – Sprichwörtl. ἐγγύα, πάρα δ' ἄτα, »Bürgschaft bringt Leid«, Spruch des Thales; bei Plat. Charm. 165 a ἐγγύη (subst.) πάρα δ' ἄτη.
-
8 προσφερω
дор. ποτιφέρω (fut. προσοίσω, aor. προσήνεγκα; aor. pass. προσηνέχθην - ион. προσενείχθην или προσηνείχθην; aor. med. προσηνεγκάμην)1) подносить(τέν χεῖρα πρὸς τοῦ ἵππου τοὺς μυκτῆρας Her.; πῦρ τινι Eur.)
2) подводить, приводить, пододвигать, придвигать(μηχανὰς τῇ Ποτιδαίᾳ Thuc.)
3) pass. прибывать, приплывать(ἐς λιμένα Xen.)
4) pass. отправляться, направляться(τῇ Τρωάδι Luc.)
5) pass. встречаться(τοῖσι Κορινθίοισι Her.)
6) pass. нестись навстречу(τῷ σκοπέλῳ Luc.)
7) pass. устремляться, нападать(κατὰ τὸ ἰσχυρότατον Her.)
π. ἄπορος Her. — с которым трудно сразиться, неприступный, Plat. несговорчивый;τοὺς προσφερομένους δέχεσθαι Thuc. — давать отпор нападающим8) med. близко подходить, быть схожим, походить(ἔς τι Her.)
9) накладывать, налагать, прикладывать(βάσανόν τινι Plat.)
10) прилагать, применять, употреблять(ἴαμα Thuc.; πάσας μηχανάς Eur.; βίην τινί Her.)
π. πάντας ἐλέγχους Arph. — пускать в ход все доводы;πόλεμον π. τινί Her. — идти на кого-л. войной;γυμνάσια προσοιστέον Arst. — необходимо заниматься телесными упражнениями11) прибавлять, добавлять(τί τινι Soph. и τι πρός τι Her., Dem.)
12) подносить, (по)давать(τί τινι Soph., Arph., Arst.; τινὴ ἐμπιεῖν καὴ ἐμφαγεῖν Xen.)
προσφέρεσθαι σῖτον καὴ ποτόν Xen. — принимать пищу и питье;τὰ προσφερόμενα Xen. и τὸ προσφερόμενον Arst. — пища, питание;π. (= προσφέρεσθαι) φορβάν Soph. — принимать пищу13) предлагать, представлять, обращать(ся)(π. λόγον τινί Her.)
προσέφερον Ἀναξανδρίδῃ τάδε Her. — они предложили Анаксандриду следующее;π. λόγους τινὴ ποιεῖν τι Thuc. — предлагать кому-л. сделать что-л.;π. τινὴ λόγον περὴ σπονδῶν Thuc. — делать кому-л. предложение о перемирии;τὰ προσφερόμενα πρήγματα Her. — представляемые (для решения) вопросы14) med.-pass. обращаться, относиться(τινι καλῶς Thuc.; π. πρός τινα Plat.; τισι ὡς υἱοῖς NT.)
ἀπὸ τοῦ ἴσου τινὴ π. Thuc. — обращаться с кем-л. как с равным;ταῖς ξυμφοραῖς εὐξυνετώτερον π. Thuc. — относиться достаточно благоразумно к несчастьям;παρανόμως π. Lys. — выказывать пренебрежение к закону;πᾶσαν φιλοτιμίαν π. Dem. — проявлять всяческое рвение15) med.-pass. обращаться с речью, отвечать16) ( о доходах) приносить, давать(πεντήκοντα τάλαντα τοῦ ἐνιαυτοῦ Thuc.; ἄλλα πέντε τάλαντα NT.)
17) вносить, платить(μετοίκιον Xen.)
-
9 υιος
I.тж. ὑός, эол. υἶος, староатт. υἱύς ὅ (у Hom. υἱ in thesi иногда кратко; gen. υἱοῦ и υἱέος - эп. υἷος, dat. υἱῷ и υἱεῖ - эп. υἱέϊ, υἱεῖ и υἷϊ, acc. υἱόν - эп. υἱέα и υἷα; pl.: nom. υἱοί и υἱεῖς - эп. υἱέες и υἷες, gen. υἱῶν и υἱέων, dat. υἱοῖς и υἱέσι - эп. υἱοῖσι и υἱάσι, acc. υἱούς и υἱεῖς - эп. υἱέας и υἷας; dual. υἱεῖ - эп. υἱέε и υἷε, υἱέοιν) сынυἷες Ἀχαιῶν Hom. — сыны ахейцев, т.е. ахейцы;
υἱὸν ποιεῖσθαί τινα Aeschin. — усыновлять кого-л.;υἱεῖς ἄνδρες Dem. — взрослые сыновьяII.эп. gen. к υἱός См. υιος -
10 ἐς
ἐς, εἰς, ἐν (following noun governed, P. 4.44, P. 6.4, P. 9.55, I. 7.41 fr. 162, ?fr. 333a. 8.)1a to, towards, into.I generally, lit. & met.ἐς ἀφνεὰν ἱκομένους μάκαιραν Ἱέρωνος ἑστίαν O. 1.10
ἐκάλεσε πατὴρ τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον φίλαντε Σίπυλον O. 1.38
ὕδατος πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμὰν μαχαίρᾳ τάμον (e Σ Mommsen: ἐπ codd.) O. 1.48ἐμὲ δ' ἐπὶ ταχυτάτων πόρευσον ἁρμάτων ἐς Ἆλιν O. 1.78
ῥοαὶ δ' ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
ὁμόκλαρον ἐς ἀδελφεὸν ἄνθεα ἄγαγον O. 2.49
ἐς γαῖαν πορεύειν O. 3.25
ἐς ταύταν ἑορτὰν νίσεται O. 3.34
ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν O. 5.14
φέρειν γῆρας εὔθυμον ἐς τελευτάν O. 5.22
ἦλθεν δ' Ἴαμος ἐς φάος O. 6.44
δεῦρο πάγκοινον ἐς χώραν ἴμεν O. 6.63
μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31
πλόον εἶπε Λερναίας ἀπ' ἀκτᾶς εὐθὺν ἐς ἀμφιθάλασσον νομόν O. 7.33
ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47
[ βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει κοίλαν ἐς ἄγυιαν θνᾳσκόντων (v. l. πρός) O. 9.34]εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.92
ἀλλά νιν ὕβρις εἰς ἀυάταν ὑπεράφανον ὦρσεν P. 2.28
εὖναι δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον P. 2.35
εἰς Ἀίδα δόμον κατέβα P. 3.11
πέμψεν κασιγνήταν ἐς Λακέρειαν P. 3.34
ἤλυθεν ἐς λέχος P. 3.99
“ Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθὼν” P. 4.44ἐς εὐδείελον χθόνα μόλῃ P. 4.76
ἐς δ' Ἰαολκὸν ἐπεὶ κατέβα P. 4.188
ἐς δὲ κίνδυνον βαθὺν ἰέμενοι P. 4.207
ἐς Φᾶσιν δἔπειτεν ἤλυθον P. 4.211
ἀπόλεμον ἀγαγὼν ἐς πραπίδας εὐνομίαν P. 5.67
ὀμφαλὸν ἐριβρόμου χθονὸς ἐς νάιον προσοιχόμενοι P. 6.4
“ ἐπὶ λαὸν ἀγείραις νασιώταν ὄχθον ἐς ἀμφίπεδον” P. 9.55ναυσὶ δ' οὔτε πεζὸς ἰών κεν εὕροις ἐς Ψπερβορέων ἀγῶνα θαυμαστὰν ὁδόν P. 10.30
μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον P. 10.46
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρὸν (Tric.: εἰς codd.) P. 11.4θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς μόλεν N. 1.35
ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.42
καὶ ἐς Αἰθίοπας ἔπαλτο (sc. ὄνυμ' αὐτῶν) N. 6.49εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον αἰνέσω N. 7.62
κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε,Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν, ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2
—3.καί ποτ' ἐς ἑπταπύλους Θήβας ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18
φαινομέναν δ' ἄῤ ἐς ἄταν σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι N. 9.21
ὁ δ' ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν i. e. into relationship with him N. 10.14εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον N. 11.3
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς τάνδ ἐς εὔνομον πόλιν I. 5.22
τὸν (= Τελαμῶνα)χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε σύμμαχον ἐς Τροίαν I. 6.27
ἀνὰ δ' ἄγαγον ἐς φάος οἵαν μοῖραν ὕμνων I. 6.62
Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας ἐς Ἄργος ἵππιον (Er. Schmid: εἰς codd.) I. 7.11ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν I. 7.45
σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν I. 8.21
“ ἰόντων δ' ἐς ἄφθιτον ἄντρον εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι” I. 8.41ἐς Τροία[ν Pae. 6.75
μή μιν εὔφρον' ἐς οἶκον μήτ ἐπὶ γῆρας ἱξέμεν βίου Pae. 6.115
ἀγ]λαάν τ ἐς αὐλὰν Pae. 7.3
ἀγλαὸν ἐς φάος ἰόντες δίδυμοι παῖδες Pae. 12.15
]δ εἰς [Ἀ]χέροντα[ Πα. 22e. 9. μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν Παρθ. 2. 3. τεὸν δεῦτ' ἐς ἄλσος fr. 122. 18. δαιτίκλυτ[ον] πόλιν ἐς Ὀρχομενῶ διώξιππον ?fr. 333a. 8. up to,φαεννὸν ἐς αἰθέρα μιν πεμφθεῖσαν ἑᾷ κεφαλᾷ ἐξοπίσω γέρας ἔσσεσθαι O. 7.67
πίτναν τ' ἐς αἰθέρα χεῖρας ἁμᾶ ( εἰς coni. Er. Schmid) N. 5.11 ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 2. πιτνάντες θοὰν κλίμακ' οὐρανὸν ἐς αἰπύν fr. 162. down into,βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν O. 10.37
πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα P. 1.24
τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.12
“χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44
πρόφασις ἀρετὰν ἐς αἰπὺν ἔβαλε σκότον fr. 228. into (a vehicle)τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4
ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον I. 2.2
II of journeying, uponἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.73
ἐς πλόον ἀρχομένοις (v. l. ἐρχομένοις) P. 1.34ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41
III sc. δόμους, to the home ofεἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34
b towards, in the direction ofδᾶμον γεραίρων τράποι σύμφωνον ἐς ἡσυχίαν P. 1.70
δαίμων δ' ἕτερος ἐς κακὸν τρέψαις P. 3.35
καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι publicly fr. 42. 4. ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις, ὦ πότνια, πάγκοινον τέρας i. e. turn this omen into some manner of prosperity for Thebes Πα... εὖτ' ἂν ἴδω παίδων νεόγυιον ἐς ἥβαν look upon fr. 123. 12.c with a view to, with the object of, for “ φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι ἐς χάριν τέλλεται” O. 1.75ὁπᾷ τε κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν O. 10.12
εὐώνυμον ἐς δίκαν τρία ἔπεα διαρκέσει N. 7.48
νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.21
ἀλλ' Αἰακίδαν καλέων ἐς πλόον I. 6.36
Σκύριαι δ' ἐς ἄμελξιν γλάγεος αἶγες ἐξοχώταται fr. 106. 4.d with regard to, in reference toἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85
( αἶνον)ποτ' ἐς Ἀμφιάρηον φθέγξατ O. 6.13
]κυριώτερο[ λτ;εἰς σοφίας λόγον> (supp. Snell ex Aristide.) fr. 260. 7. ἄμαχοί ( τινες) εἰς σοφίαν (si quidem recte hoc frag. Pindaro tribuitur, certe alia erat forma verborum apud P.) ?fr. 353.e of time, for, during.ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν ἀτέκμαρτον προνοῆσαι P. 10.63
ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 5.f dub. & frag. “ δοιὰ βοῶν θερμὰ δ' εἰς ἀνθρακιὰν στέψαν” ( πρὸς coni. Schr.: δὶς Turyn) fr. 168. 2. ]μενος οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
]τ' ἐς αὐτὸν[ Δ. 4f. 6.2 ἐν, a Doric form of ἐς.a to, towardsΚρισαῖον λόφον ἄμειψεν ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ P. 5.38
δεῦτ' ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι fr. 75. 1.b intoξεστὸν ὅταν δίφρον ἔν θ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον P. 2.11
μιν ἐν πέλ[α]γ[ο]ς ῥιφθεῖσαν (ἀν Π̆{S}, i. e. ἀνὰ: πέλ[α]γ[ο]ς Wil.: πελ[ά]γε[ι G-H.) Πα. 7B. 46.c dub., upon πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα) ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα (codd.: δοκέοντι Fennel, Lobel: cf. ἐν 8.) N. 7.31d in regard to δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν ἐγ γένος αὐτῷ (Wil.: ἐς γενεὰς codd.: ἐγγενὲς e Σ Ritterhuius: ἐς γένος Fulvius Orsinus) N. 4.68ἐν πάντα δὲ νόμον εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86
θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 2. -
11 Λάμπων
Λάμπων son of Kleonikos, of the Aiginetan clan Psalychiadai, father of Pytheas and Phylakidas.1Λάμπωνος υἱὸς Πυθέας εὐρυσθενὴς N. 5.4
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς τάνδ ἐς εὔνομον πόλιν I. 5.21
δεύτερον κρατῆρα Μοισαίων μελέων κίρναμεν Λάμπωνος εὐαέθλου γενεᾶς ὕπερ I. 6.3
Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων I. 6.66
-
12 μολεῖν
1 have gone, come abs.,Ἀσώπιχον ἀείδων ἔμολον O. 14.18
ὅσσοι μόλον αὐτοφύτων ἑλκέων ξυνάονες P. 3.47
ἐξ Ἀπόλλωνος δὲ φορμιγκτὰς ἀοιδᾶν πατὴρ ἔμολεν P. 4.177
σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83
τύχᾳ τε μολών (sc. ἐκράτησε) N. 10.25 c. local adv.,ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος ὀπίσω πάλιν οἴκαδ' Μέμνων μόλοι N. 3.63
met., πρὶν ὀδυνηρὰ γήραος ς[ μ]ολεῖν (ς[χεδὸν G-H: ς[ταθμὰ Wil.) Pae. 1.1 c. prep.,καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν P. 3.68
Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11
οὐδὲ μολόντων παρὰ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85
παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός (Hermann: ἔμολε(ν) codd., Didymus: ἔμολον Σγρ) N. 7.34 παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου κάλλιον ἂνδηριώντων ἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.25
εὖτ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθμῶν ἐς εὐδείελον χθόνα μόλῃ P. 4.77
θρασείᾳ δὲ πνέων καρδίᾳ μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον P. 10.45
ἐπεὶ σπλάγχνων ὕπο ματέρος αὐτίκα θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς μόλεν N. 1.36
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς τάνδ ἐς εὔνομον πόλιν I. 5.21
“ἀλλά μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν Pae. 2.73
c. acc.,Τεύθραντος πεδίον μολὼν ἔστα O. 9.71
met.,καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36
[ ἔμολον secl. Boeckh ut glossema fr. 75. 12] fragg., ]ποντ' ἔμολον[ Δ. 1. 1. ]ναι μολόντας[ fr. 140a. 52 (26). ἔμολε[.]αι παῖδα[ fr. 169. 41. -
13 χάρις
1a splendour, honour, glory of the lustre given by achievement, esp. in games.Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις O. 1.18
αἰὼν δ' ἔφεπε μόρσιμος πλοῦτον τε καὶ χάριν ἄγων γνησίαις ἐπ ἀρεταῖς O. 2.10
ὦ Ζεῦ, δίδοι τέ οἱ αἰδοίαν χάριν καὶ ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων O. 7.89
Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.93
καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.57
κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.80
καί νυν ἐπωνυμίαν χάριν νίκας ἀγερώχου κελαδησόμεθα (v. ἐπωνύμιος) O. 10.78σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν τ' Ἀρκεσίλᾳ P. 5.102
νικῶντί γε χάριν, εἴ τι πέραν ἀερθεὶς ἀνέκραγον, οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75
κλειναῖς λτ;τγτ; Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς ταῖςλιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.19
ἀλλὰ παλαιὰ γὰρ εὕδει χάρις (i. e. ἔργων παλαιῶν) I. 7.17 acc. s. pro prep., for the glory of, for the sake of c. dat., gen.,συμποσίου τε χάριν κᾶδός τε τιμάσαις ἑόν O. 7.5
ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ' ἄκρᾳ σὺν ἑσπέρᾳ ἑπταπύλοισι Θήβαις χάριν P. 11.12
bI lustre, glory given by poetryτὶν δ' ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ αὐλὸς ἀναπάσσει χάριν O. 10.94
σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι τερπνὰν ἐπιστάζων χάριν I. 4.72
θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς καὶ χάριν ἀοιδᾷ φυτεύει fr. 141. acc. s. pro prep., c. gen.,τὸ Καστόρειον δ' ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς θέλων ἄθρησον χάριν ἑπτακτύπου φόρμιγγος ἀντόμενος P. 2.70
σέθεν ἁδυεπὴς ὕμνος ὁρμᾶται θέμεν αἶνον ἀελλοπόδων μέγαν ἵππων, Ζηνὸς Αἰτναίου χάριν N. 1.6
and so, ἀγαυὸν καλάμῳ συνάγεν θρόον μήδεσί τε φρενὸς ὑμετέραν χάριν as a glory for you Pae. 9.37II pl., poems, songs ταὶ Διωνύσου πόθεν ἐξέφανεν σὺν βοηλάτᾳ χάριτες διθυράμβῳ; O. 13.19 ἀμφοτερᾶν τοι χαρίτων σὺν θεοῖς ζεύξω τέλος, καὶ τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων καὶ τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ (i. e. songs for both Thebes and Delos) I. 1.6χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.8
cI favour, blessingναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.33
τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων χρυσέαν κῶμόν τ P. 3.72
τὶν δὲ τούτων ἐξυφαίνονται χάριτες P. 4.275
γλυκυτάτᾳ γενεᾷ εὐώνυμον κτεάνων κρατίσταν χάριν πορών P. 11.58
οὐδ' ἀμόχθῳ καρδίᾳ παραιτεῖται χάριν (i. e. τὰ Ὀλύμπια νικῆσαι Σ.) N. 10.30 ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν, θεοί benison fr. 75. 2. ὁ [Λοξ]ίας [πρό]φρων ἀθανάταν χάριν Θήβαις ἐπιμείξων Παρθ. 2.. χάριτάς τ' Ἀφροδισίων ἐρώτων fr. 128. 1.II goodwill, goodfeeling: gratitude, thanks “φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν τέλλεται” O. 1.75 ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς in gratitude for their piety O. 8.8ὁπᾷ τε κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν O. 10.12
νικῶν Ἴλᾳ φερέτω χάριν Ἁγησίδαμος O. 10.17
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76
ἄγει δὲ χάρις φίλων ποί τινος ἀντὶ ἔργων ὀπιζομένα P. 2.17
οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.86
Θώρακος, ὅσπερ ἐμὰν ποιπνύων χάριν τόδ' ἔζευξεν ἅρμα Πιερίδων (“dans son zèle pour ma cause,” Puech: cf. Πα. 9. 37) P. 10.64 ἁδεῖα δ' ἔνδον μιν ἔκνιξεν χάρις (ἡδονή Σ.) I. 6.50 acc. s. pro prep., Διὸς δὲ χάριν ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων by the grace of Zeus P. 3.95d χάριν prep., v. l. a. fin., 1. b. α. fin., 1. c. β. fin.e fragg.ε]ὐκλέα χάριν Pae. 2.103
χάριν Πα. 12. a. 11. χ]άριν [ἀμ]φέπων (vix κίθαριν, Snell) fr. 215b. 7. Ποσειδᾶνος χά[ρι]ν ?fr. 345a. 9.2 pro pers.,a s., Charm, GraceΧάρις δ, ἅπερ ἅπαντα τεύχει τὰ μείλιχα θνατοῖς O. 1.30
οἷς αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν O. 6.76
ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος O. 7.11
ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ Πειθώ τ ἔναιεν καὶ Χάρις υἱὸν Ἁγησίλα ( χάρισ coni. van Groningen; varie tentabant locum docti, e. g. lacunam post υἱὸν ponentes) fr. 123. 14b pl., the Graces, Aglaia, Euphrosyne, Thalia, daughters of Zeus and ?Eurynome, worshipped chiefly at Orchomenos.κοιναὶ Χάριτες ἄνθεα τεθρίππων δυωδεκαδρόμων ἄγαγον O. 2.50
Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον O. 4.9
ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον O. 9.27
ὦ λιπαρᾶς ἀοίδιμοι βασίλειαι Χάριτες Ἐρχομενοῦ O. 14.4
οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8
ἄνευ οἱ Χαρίτων τέκεν γόνον (i. e. ἄχαριν, graceless) P. 2.42σὲ δ' ἠύκομοι φλέγοντι Χάριτες P. 5.45
ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἢ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.2
ἔπεσε δ' οὐ Χαρίτων ἑκὰς ἁ δικαιόπολις νᾶσος P. 8.21
σὺν βαθυζώνοισιν ἀγγέλλων Τελεσικράτη Χαρίτεσσι γεγωνεῖν P. 9.3
Χαρίτων κελαδεννᾶν μή με λίποι καθαρὸν φέγγος P. 9.89
παρὰ καλλιχόρῳ πόλι Χαρίτων Καφισίδος ἐν τεμένει (at Orchomenos) P. 12.26ὅ τι κε σὺν Χαρίτων τύχᾳ γλῶσσα φρενὸς ἐξέλοι βαθείας N. 4.7
φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν N. 5.54
παρὰ Κασταλίαν τε Χαρίτων ἑσπέριος ὁμάδῳ φλέγεν N. 6.37
εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι σὺν Χαρίτεσσιν N. 9.54
Χάριτες, Ἄργος Ἥρας δῶμα θεοπρεπὲς ὑμνεῖτε N. 10.1
Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Τυνδαρίδαις θαμάκις N. 10.38
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς I. 5.21
τὰν Ψαλυχιαδᾶν δὲ πάτραν Χαρίτων ἄρδοντι καλλίστᾳ δρόσῳ I. 6.63
χρὴ δ' ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις τραφέντα Αἰγίνᾳ Χαρίτων ἄωτον προνέμειν I. 8.16
Χάρισι πάσαι[ς fr. 6. e.χάριτε[ς Pae. 3.2
]Χάρισι Pae. 4.13
σε, χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι Χαρίτεσσίν τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ με δέξαι Pae. 6.3
Χαρίτεσσί μοι ἀγχιθ[ Pae. 7.10
μήλ]ων Χαρίτεσσι μίγδαν [Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.7
σεμνᾶν Χαρίτων μέλημα τερπνόν (sc. ὦ Πάν: on account of his skill in dancing and piping) fr. 95. 3. Εὐρυνόμα Χάριτ[ας] π[ ]ασσιας ἔτικτεν ( Εὐρυνόμα Blass: ευρυχμα Π: π[αραθαλ]ασσίας coni. Snell) ?fr. 333a. 10. σὺν Χαρίτ[εσσι P. Oxy. 841, fr. 112. -
14 κατακληρονομέω
I c. acc. rei,II c. acc. pers., make one's heir, LXX 2 Ki.7.1.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατακληρονομέω
-
15 ἐπιτείχισμα
A fort or stronghold placed on the enemy's frontier, v.l. in Id.8.95, cf. X.HG5.1.2 ; τινί or ἐπί τινα against one,κατασκευάζειν ὑμῖν ἐ. τὴν Εὔβοιαν D.8.66
;ἐπὶ τὴν Ἀττικήν Id.18.71
;κατὰ τῆς πόλεως D.H.3.43
: c. gen., ἔχουσι τοσαῦτ' ἐ. τῆς αὑτοῦ χώρας holding so many fortresses which command his country, D.4.5.2 metaph., τῆς αὑτῆς ἀρχῆς ἐ. πρὸς τὸ μηδ' ὁτιοῦν παρακινεῖν a barrier or obstacle to.., Id.15.12 ;ὥσπερ ἐ. τοῖς υἱοῖς κατάγει τὸν Ἀντίπατρον J.BJ1.23.1
; τὴν φιλοσοφίαν ἐ. τῶν νόμων a barrier against, or a bulwark in defence of, the laws, Alcid. ap. Arist.Rh. 1406b11 ; ἐ. τῶν ἀνθρωπίνων παθῶνἡ ποιητικὴ καθέστηκεν S.E.M.1.298
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιτείχισμα
-
16 κλαῦμα
κλαῦμα, τό, das Weinen, Klagen; κλαύματα ἐμβάλλειν τινί, Klagen verursachen; κλαύμασι καὶ πατέρες υἱοῖς σωφροσύνην μηχανῶνται, durch Strafe, die Weinen hervorruft -
17 διαιρέω
διαιρέω s. διαίρεσις; fut. διελῶ LXX; 2 aor. διεῖλον, subj. διέλω. Pass.: fut. 3 sg. διαιρεθήσεται LXX; aor. διῃρέθην LXX; pf. διῄρημαι LXX (Hom. et al.; ins, pap, LXX) distribute, divide (Jos., Ant. 5, 88 τὶ) τινί τι someth. to someone (X., Cyr. 4, 5, 51, Hell. 3, 2, 10; often pap, e.g. PLond III, 880, 11 [113 B.C.] p. 9 διειρῆσθαι τὰ ὑπάρχοντα αὐτῷ ἔγγαια τοῖς ἑαυτοῦ υἱοῖς; Josh 18:5; Jdth 16:24; 1 Macc 1:6) διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον he divided his property between them Lk 15:12; apportion someth. to someone (Michel 1001 VI, 18 ὁ ἀρτυτὴρ [‘officiant’] διελεῖ τὰ ἱερὰ τοῖς παροῦσι) 1 Cor 12:11. Abs. ἐὰν ὀρθῶς μὴ διέλῃς if you did not divide (the sacrifice) rightly 1 Cl 4:4 (Gen 4:7).—DELG s.v. αἱρέω. M-M.—TW. -
18 λύτρον
λύτρον, ου, τό (s. λύω and next entry; Pind., Hdt. et al.; ins, pap, LXX, Philo, Joseph.; Mel., P. 91, 684; 103, 792) price of release, ransom (esp. also the ransom money for the manumission of slaves, mostly in pl.: Diod S 19, 85, 3; Polyaenus 4, 10, 1; POxy 48, 6 [86 A.D.]; 49, 8; 722, 30; 40; Mitt-Wilck. II/2, 362, 19; Jos., Ant. 12, 46, but also in sing.: Diod S 20, 84, 6 δοῦναι λύτρον; ins in KBuresch, Aus Lydien 1898 p. 197 [on this ins. and Dssm’s ref. to it, s. New Docs 2, 90]; Jos., Ant. 14, 371.—LMitteis, Reichsrecht und Volksrecht 1891, 388; FSteinleitner, Die Beicht 1913, 36ff; 59; 111) give up one’s life λ. ἀντὶ πολλῶν as a ransom for many (s. πολύς 1aβא) Mt 20:28; Mk 10:45 (BBlake, ET 45, ’34, 142; WHoward, ET 50, ’38, 107–10; JJeremias, Judaica 3, ’48, 249–64; ELohse, Märtyrer u. Gottesknecht, ’55, 116–22; CBarrett, NT Essays: TManson mem. vol. ’59, 1–18 [refers to 2 Macc 7:37].—Cp. Diod S 12, 57, 2; Dio Chrys. 64 [14], 11 λύτρα διδόναι; Jos., Ant. 14, 107 λ. ἀντὶ πάντων; Philo Bybl. [I/II A.D.]: 790 Fgm. 3b p. 814, 9 Jac. [in Eus., PE 1, 16, 44] ἀντὶ τῆς πάντων φθορᾶς … λ.). God gave his Son λ. ὑπὲρ ἡμῶν as a ransom for us Dg 9:2 (Mel., P. 103, 792 ἐγὼ τὸ λύτρον ὑμῶν [λουτρόν Bodmer]; Lucian, Dial. Deor. 4, 2 κριὸν λύτρον ὑπὲρ ἐμοῦ; schol. on Nicander, Alexiph. 560 λύτρα ὑπὲρ τῶν βοῶν; Philo, Spec. Leg. 2, 122; Jos., Ant. 14, 371 λ. ὑπὲρ αὐτοῦ). ἐπὶ σοὶ φανερώσει κύριος τὸ λ. τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ because of you the Lord will reveal the (promised) salvation to the people of Israel GJs 7:2. λ. τῶν ἁμαρτιῶν a ransom for sins B 19:10 v.l.—S. lit. on ἀπολύτρωσις, 2 end; also NLevinson, SJT 12, ’59, 277–78; DHill, Gk. Words and Heb. Mngs. ’67, 49–81, with correction of perspective in light of new discoveries New Docs 3, 72–75. S. SEG XXXIX, ’89, 1863 for list of ins.—DELG s.v. λύω. M-M. EDNT. TW. Spicq (in citation of SB III, 6293, 10 ὑπὲρ λυτρῶν is restored). Sv. -
19 παραδειγματίζω
παραδειγματίζω (παράδειγμα ‘model’) 1 aor. subj. παραδειγματίσῃς GJs 20:2 codd.; 1 aor. inf. παραδειγματίσαι. Pass.: fut. 2 pl. παραδειγματισθήσεσθε Da 2:5; 1 aor. inf. παραδειγματισθῆναι LXX (Polyb. et al.; LXX; PsSol 2:12). (Mostly = ‘make a public example of’ by punishment [Polyb. 2, 60, 7; 29, 19, 5; LXX]; then also without the idea of punishment) to disgrace someone publicly, expose, make an example of (Plut., Mor. 520b of Archilochus, who sullied his reputation by scurrilous attacks on women) τινά someone Mt 1:19 v.l. (s. δειγματίζω); Salome prays μὴ παραδειγματίσῃς με τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ GJs 20:2 codd.; w. ἀνασταυροῦν hold up to contempt Hb 6:6.—DELG s.v. δείκνυμι. M-M. TW. Spicq. Sv.Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > παραδειγματίζω
-
20 περιγέλως
περιγέλως, ωτος, ὁ (περιγελάω ‘deride’; hapax leg.) derision μήπως ἔσομαι περιγέλως τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ (I fear) becoming a laughing-stock among the Israelites GJs 9:2 (καταγέλως v.l.; s. LXX).—DELG s.v. γελάω.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
υἱοῖς — υἱός huihus masc dat pl υἱόω make into a son pres opt act 2nd sg υἱόω make into a son pres subj act 2nd sg υἱόω make into a son pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
THEBAIS — I. THEBAIS insigne Statii opus, totis 12. annis summâ curâ ab eo elaboratum. Nomen autem habet ab argumento, eod quod bellum contineat inter Eteoclem et Polynicem ad Thebas gestum, in quo duo fratres mutuis vulneribus perierunt. Iuvenal. Satyr. 7 … Hofmann J. Lexicon universale
κατακληρονομώ — κατακληρονομῶ, έω (AM) κληρονομώ εξ ολοκλήρου («ἐὰν ἐμπιστεύσῃς κατακληρονομήσεις αὐτήν», ΠΔ) αρχ. 1. αφήνω ως κληρονομιά («κατακληρονομεῑν τοῑς υἱοῑς... τὰ ὑπάρχοντα», ΠΔ) 2. μοιράζω με κλήρο 3. καθιστώ κληρονόμο κάποιον … Dictionary of Greek
κληροδοτώ — (AM κληροδοτῶ, έω) [κληροδότης] δίνω σε κάποιον κάτι ως μερίδιο («και φάγητε τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς, καὶ κληροδοτήσητε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν ἕως αἰῶνος», ΠΔ) νεοελλ. αφήνω σε κάποιον κάτι με κληροδοσία, τού τό αφήνω με διαθήκη ως κληροδότημα, τού τό παραχωρώ … Dictionary of Greek
συνεισπέμπω — Α στέλλω κάπου κάποιον μαζί με άλλον («τοῑς δούλοις, οὓς συνεισέπεμπον τοῑς υἱοῑς oἱ πατέρες», Αιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + εἰσπέμπω «στέλλω»] … Dictionary of Greek
υιός — ο / υἱός, ΝΜΑ, και άχρηστος τ. υἱεύς, και βοιωτ. τ. ὑειός, και λακων. τ. υἱύς, και ὑός, και ὑύς, και Fhιός και συνηρ. τ. ὕς, Α (λόγιος τ.) 1. το αρσενικό παιδί, ο γιος (α. «θετός υιός» β. «Ἕκτορ, υἱὲ Πριάμοιο», Ομ. Ιλ.) 2. φρ. α) εκκλ. «ο υιός… … Dictionary of Greek