-
41 τετράτου
τέταρτοςfourth: masc /neut gen sg (epic)τέτρατοςfourth: masc /neut gen sg -
42 τετάρταις
τέταρτοςfourth: fem dat pl -
43 τετάρτην
τέταρτοςfourth: fem acc sg (attic epic ionic) -
44 τετάρτης
τέταρτοςfourth: fem gen sg (attic epic ionic) -
45 τετάρτοις
τέταρτοςfourth: masc /neut dat pl -
46 τετάρτοισι
τέταρτοςfourth: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
47 τετάρτοισιν
τέταρτοςfourth: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
48 τετάρτου
τέταρτοςfourth: masc /neut gen sg -
49 τετάρτους
τέταρτοςfourth: masc acc pl -
50 τέταρτα
τέταρτοςfourth: neut nom /voc /acc pl -
51 τέταρται
τέταρτοςfourth: fem nom /voc pl -
52 τέταρτοι
τέταρτοςfourth: masc nom /voc pl -
53 τέτρατα
τέταρτοςfourth: neut nom /voc /acc pl (epic)τέτρατοςfourth: neut nom /voc /acc pl -
54 τέτρατοι
τέταρτοςfourth: masc nom /voc pl (epic)τέτρατοςfourth: masc nom /voc pl -
55 τέτρατος
τέταρτοςfourth: masc nom sg (epic)τέτρατοςfourth: masc nom sg -
56 τετάρτα
τετάρτᾱ, τέταρτοςfourth: fem nom /voc /acc dualτετάρτᾱ, τέταρτοςfourth: fem nom /voc sg (doric aeolic)——————τετάρτᾱͅ, τέταρτοςfourth: fem dat sg (doric aeolic) -
57 τετρατος
-
58 четвёртый
-
59 четвертый
четверт||ыйчисл. порядк. τέταρτος:\четвертыйое сентября ἡ τετάρτη σεπτεμβρίου· \четвертыйая страница ἡ τετάρτη σελίδα· \четвертый час εἶναι τρεις περασμένες· \четвертыйая часть τό τέταρτο[ν], τό τεταρτημόριο[ν]· \четвертый номер ὁ τέταρτος ἀριθμός. -
60 τετάρτας
τετάρτᾱς, τέταρτοςfourth: fem acc plτετάρτᾱς, τέταρτοςfourth: fem gen sg (doric aeolic)
См. также в других словарях:
τέταρτος — fourth masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέταρτος — η, ο / τέταρτος, άρτη, ον, ΝΜΑ, και διαλ. τ. θηλ. ως κύριο όν. Τετράδη και επικ. τ. τέτρατος και βοιωτ. τ. πέτρατος Α (τακτικό αριθμτ.) 1. αυτός που σε μια αριθμητική σειρά κατέχει τη θέση η οποία αντιστοιχεί στον αριθμό τέσσερα (α. «ήλθε… … Dictionary of Greek
τέταρτος — η, ο αυτός που βρίσκεται σε σειρά μετά τον τρίτο και πριν από τον πέμπτο: Στον ακοντισμό ήρθε τέταρτος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τετράτων — τέταρτος fourth fem gen pl (epic) τέταρτος fourth masc/neut gen pl (epic) τέτρατος fourth fem gen pl τέτρατος fourth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετάρτων — τέταρτος fourth fem gen pl τέταρτος fourth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετάρτως — τέταρτος fourth adverbial τέταρτος fourth masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέταρτον — τέταρτος fourth masc acc sg τέταρτος fourth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέτρατον — τέταρτος fourth masc acc sg (epic) τέταρτος fourth neut nom/voc/acc sg (epic) τέτρατος fourth masc acc sg τέτρατος fourth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κεφρήν — Τέταρτος φαραώ της 4ης δυναστείας της Αιγύπτου. Βλ. λ. Χεφρήν … Dictionary of Greek
Μυκερίνος — Τέταρτος φαραώ της 4ης δυναστείας της αρχαίας Αιγύπτου (2609 2586 π.Χ.), γιος του Χέοπα. Το όνομά του ήταν Μενκερές ή Νετέρ Μενκέουρε, δηλαδή θείος Μυκερίνος, αλλά ο Ηρόδοτος το ελληνοποίησε σε Μ. Ο Μ. οικοδόμησε την τρίτη πυραμίδα της Γκίζας,… … Dictionary of Greek
τετράτη — τέταρτος fourth fem nom/voc sg (attic epic ionic) τέτρατος fourth fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)