-
21 εἰκοστο-τέταρτος
εἰκοστο-τέταρτος, der vierundzwanzigste, Plut.
-
22 εἰκοσι-και-τέταρτος
εἰκοσι-και-τέταρτος, der vierundzwanzigste, Ep. ad. 690 (VII, 343).
-
23 δι-πλασι-επι-τρι-τέταρτος
δι-πλασι-επι-τρι-τέταρτος, 23/4mal so groß, Nic. ar. 1, 23.
Griechisch-deutsches Handwörterbuch > δι-πλασι-επι-τρι-τέταρτος
-
24 δι-πλασι-επι-τέταρτος
δι-πλασι-επι-τέταρτος, 21/4mal so groß, Nic. ar. 1, 22.
-
25 ἐπι-πεντακοσιοστο-τέταρτος
ἐπι-πεντακοσιοστο-τέταρτος, 11/54, Aristid. mus.
Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ἐπι-πεντακοσιοστο-τέταρτος
-
26 ἐπι-τρι-τέταρτος
ἐπι-τρι-τέταρτος, 13/4 enthaltend, Nicom. ar. 1, 23.
-
27 ἐπι-τριακοστο-τέταρτος
ἐπι-τριακοστο-τέταρτος, λόγος, das Verhältniß von 34: 35, Aristid. Quint.
Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ἐπι-τριακοστο-τέταρτος
-
28 ἐπι-τέταρτος
ἐπι-τέταρτος, ein Ganzes u. noch ein Viertel enthaltend (das Verhältniß 4: 5), Nicom. Ar. 1, 19.
-
29 ἐξηκοστο-τέταρτος
ἐξηκοστο-τέταρτος, der vierundsechzigste, Nicom., arith. 1, 8.
-
30 ὑπ-επι-τέταρτος
ὑπ-επι-τέταρτος, ein Ganzes weniger ein Viertel enthaltend, z. B. 3 von 4, Nicom. arithm. 1, 19.
-
31 ὑπο-τέταρτος
ὑπο-τέταρτος, drückt das Verhältniß zweier Zahlen aus, nach welchem die eine um den vierten Theil kleiner ist als die andere, im Ggstz von ἐπιτέταρτος.
-
32 fourth
τέταρτος -
33 τετράτη
τέταρτοςfourth: fem nom /voc sg (attic epic ionic)τέτρατοςfourth: fem nom /voc sg (attic epic ionic)——————τέταρτοςfourth: fem dat sg (attic epic ionic)τέτρατοςfourth: fem dat sg (attic epic ionic) -
34 τετράτων
τέταρτοςfourth: fem gen pl (epic)τέταρτοςfourth: masc /neut gen pl (epic)τέτρατοςfourth: fem gen plτέτρατοςfourth: masc /neut gen pl -
35 τετάρτη
τέταρτοςfourth: fem nom /voc sg (attic epic ionic)——————τέταρτοςfourth: fem dat sg (attic epic ionic) -
36 τετάρτων
τέταρτοςfourth: fem gen plτέταρτοςfourth: masc /neut gen pl -
37 τετάρτως
τέταρτοςfourth: adverbialτέταρτοςfourth: masc acc pl (doric) -
38 τέταρτον
τέταρτοςfourth: masc acc sgτέταρτοςfourth: neut nom /voc /acc sg -
39 τέτρατον
τέταρτοςfourth: masc acc sg (epic)τέταρτοςfourth: neut nom /voc /acc sg (epic)τέτρατοςfourth: masc acc sgτέτρατοςfourth: neut nom /voc /acc sg -
40 τετράτοις
τέταρτοςfourth: masc /neut dat pl (epic)τέτρατοςfourth: masc /neut dat pl
См. также в других словарях:
τέταρτος — fourth masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέταρτος — η, ο / τέταρτος, άρτη, ον, ΝΜΑ, και διαλ. τ. θηλ. ως κύριο όν. Τετράδη και επικ. τ. τέτρατος και βοιωτ. τ. πέτρατος Α (τακτικό αριθμτ.) 1. αυτός που σε μια αριθμητική σειρά κατέχει τη θέση η οποία αντιστοιχεί στον αριθμό τέσσερα (α. «ήλθε… … Dictionary of Greek
τέταρτος — η, ο αυτός που βρίσκεται σε σειρά μετά τον τρίτο και πριν από τον πέμπτο: Στον ακοντισμό ήρθε τέταρτος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τετράτων — τέταρτος fourth fem gen pl (epic) τέταρτος fourth masc/neut gen pl (epic) τέτρατος fourth fem gen pl τέτρατος fourth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετάρτων — τέταρτος fourth fem gen pl τέταρτος fourth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετάρτως — τέταρτος fourth adverbial τέταρτος fourth masc acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέταρτον — τέταρτος fourth masc acc sg τέταρτος fourth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέτρατον — τέταρτος fourth masc acc sg (epic) τέταρτος fourth neut nom/voc/acc sg (epic) τέτρατος fourth masc acc sg τέτρατος fourth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κεφρήν — Τέταρτος φαραώ της 4ης δυναστείας της Αιγύπτου. Βλ. λ. Χεφρήν … Dictionary of Greek
Μυκερίνος — Τέταρτος φαραώ της 4ης δυναστείας της αρχαίας Αιγύπτου (2609 2586 π.Χ.), γιος του Χέοπα. Το όνομά του ήταν Μενκερές ή Νετέρ Μενκέουρε, δηλαδή θείος Μυκερίνος, αλλά ο Ηρόδοτος το ελληνοποίησε σε Μ. Ο Μ. οικοδόμησε την τρίτη πυραμίδα της Γκίζας,… … Dictionary of Greek
τετράτη — τέταρτος fourth fem nom/voc sg (attic epic ionic) τέτρατος fourth fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)