-
1 τριποδηφορείν
-
2 τριποδηφορεῖν
-
3 τρι-ποδη-φορικός
τρι-ποδη-φορικός, ή, όν, zum τριποδηφορεῖν gehörig, Sp., μέλη Poll. 4, 53.
-
4 Δωδώνα
Δωδώνα in Epirus, site of an oracle of Zeus. fragg. 57—60 appear to be from a hymn to Zeus of Dodona. cf. Ephoros, FGH 70F 119: τριποδηφορεῖν (sc. τοὺς Βοιωτοὺς) εἰς Δωδώνην, Strabo, 7. 7. 10: οἱ τραγικοί τε καὶ Πίνδαρος Θεσπρωτίδα εἰρήκασι τὴν Δωδώνην· ὕστερον δὲ ὑπὸ Μολοττοῖς ἐγένετο fr. 60. -
5 τριποδηφορικός
τρι-ποδη-φορικός, ή, όν, zum τριποδηφορεῖν gehörig
См. также в других словарях:
τριποδηφορεῖν — τριποδηφορέω bring a tripod pres inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)