Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τοπήϊον

См. также в других словарях:

  • τοπήιον — τὸ, Α ιων. τ. βλ. τοπείο …   Dictionary of Greek

  • τοπήια — τοπήιον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπείο — (I) το, Ν (δ. γρφ.) βλ. τοπίο. (II) το / τοπεῑον, ΝΑ, και ιων. τ. τοπήιον Α νεοελλ. ναυτ. τα ξάρτια πλοίου αρχ. σχοινί, παλαμάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < τόπος, αν και η σύνδεση αυτή προσκρούει σε σημασιολογικές δυσχέρειες] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»